Γ. Στουρνάρας προς κυβέρνηση: Δώστε τον ΕΝΦΙΑ στους Δήμους

Είσπραξη και διαχείριση των εσόδων του ΕΝΦΙΑ από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εισηγείται στην κυβέρνηση, μέσω της ετήσιας έκθεσής του, ο Διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, υποκαθιστώντας το μεγαλύτερο μέρος των μεταβιβαστικών πληρωμών από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Πρόκειται για μια πρόταση την οποία έχει πέσει αρκετές φορές στο τραπέζι των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών χωρίς να έχει υπάρξει κάποια απόφαση, παρ’ ότι τα έσοδα από το φόρο ακίνητης περιουσίας και οι μεταβιβαστικές πληρωμές στους Δήμους είναι σχεδόν ισοδύναμα και μια τέτοια επιλογή θα οδηγούσε σε μείωση του διαχειριστικού κόστους για το κράτος, αναβαθμίζοντας παράλληλα τη θέση της Ελλάδας στην κλίμακα φορολογικής αποκέντρωσης.
Στην Ελλάδα το ποσοστό των φορολογικών εσόδων που διαχειρίζονται τοπικές αρχές ήταν της τάξεως του 2,94% των συνολικών φορολογικών εσόδων (στοιχεία 20216), όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 12,64%.
Δεδομένου ότι η διαχείριση του ΕΝΦΙΑ γίνεται από την Κεντρική Διοίκηση και αφορά μεγάλο μέρος των εσόδων φορολόγησης περιουσίας, η ανάθεση της διαχείρισης του ΕΝΦΙΑ στις τοπικές αρχές θα άλλαζε την κατάταξη της Ελλάδος ως προς το δείκτη φορολογικής αποκέντρωσης.
Τα τελευταία χρόνια οι ετήσιες κρατικές μεταβιβάσεις προς τους ΟΤΑ κινούνται στην περιοχή των 2,8 δισ. ευρώ όταν τα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ διαμορφώνονται κοντά στα 2,3 δισ. ευρώ.
Η Τράπεζα της Ελλάδος προτείνει είσπραξη και διαχείριση του συνόλου ή μέρους των εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ από τους ΟΤΑ με ισόποση περικοπή των κρατικών μεταβιβάσεων μέσω του προϋπολογισμού, απελευθερώνοντας με αυτό τον τρόπο πόρους του προϋπολογισμού προς άλλες χρήσεις που συνδέονται με την παροχή δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, όπως υγεία, παιδεία κ.λπ.
Ένα μεγάλο στοίχημα της πρότασης είναι βέβαια, αν οι Δήμοι με τη σημερινή τους δομή έχουν την τεχνοκρατική ικανότητα να εισπράξουν τον ΕΝΦΙΑ από τους ιδιοκτήτες ακινήτων, χωρίς να απειλείται η υψηλή μέχρι σήμερα εισπραξιμότητά του.
Τα υπέρ
Σύμφωνα με την ΤτΕ, τα κύρια επιχειρήματα για μια τέτοια μεταρρύθμιση συνδέονται με τις οικονομίες κλίμακας που θα προέκυπταν, δεδομένου ότι ο ΕΝΦΙΑ αφενός συνδέεται με τη χρηματοδότηση μεγάλου μέρους δαπανών από την κεντρική κυβέρνηση προς τους δήμους (μεταβιβάσεις) και αφετέρου αφορά τη φορολόγηση ακίνητης περιουσίας που βρίσκεται στα γεωγραφικά όρια κάθε δήμου της χώρας.
Αναγνωρίζεται όμως πως, πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα που θα απαιτούσε προσεκτικό σχεδιασμό κατά το στάδιο της μετάβασης, ώστε να αποφευχθούν αναποτελεσματικά σχήματα που θα περιόριζαν την ανταποδοτικότητα του φόρου.
Ξεκινώντας από τα πλεονεκτήματα, η ΤτΕ σημειώνει:
- Πρόκειται για ένα φόρο με περιορισμένα περιθώρια φοροδιαφυγής, διότι η φορολογική βάση, δηλαδή το ακίνητο, δεν μπορεί εύκολα να αλλοιωθεί στις φορολογικές δηλώσεις.
- Ο φόρος περιουσίας είναι επίσης ένας ουδέτερος φόρος, υπό την έννοια ότι μεταβολές των φορολογικών συντελεστών δεν συνδέονται με στρεβλώσεις της φορολογικής βάσης.
- Έτσι λοιπόν, η τοπική αυτοδιοίκηση, αναλαμβάνοντας την είσπραξη του ΕΝΦΙΑ, δεν θα έχει να επωμιστεί το υψηλό κόστος ενός ελεγκτικού φορολογικού μηχανισμού, καθώς θα έχει το πλεονέκτημα που προκύπτει από την καλύτερη γνώση της ακίνητης περιουσίας και της χρήσης της εντός των ορίων της γεωγραφικής της περιφέρειας. Η γνώση αυτή θα επιτρέψει στους ΟΤΑ να λειτουργήσουν συμπληρωματικά στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής βοηθώντας στον καλύτερο εντοπισμό εισοδημάτων από ακίνητα (π.χ. αδήλωτα).
- Τα έσοδα του φόρου θα συμβάλουν στην ενίσχυση της οικονομικής αυτοδυναμίας των ΟΤΑ και θα τους δίνουν τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται πιο στοχευμένα στις τοπικές ανάγκες (π.χ. ανάπτυξη τοπικών υποδομών και υπηρεσιών), διασφαλίζοντας την ανταποδοτικότητα του φόρου.
- Ταυτόχρονα, ενισχύεται η διαφάνεια ως προς τη χρήση των πόρων και τη λογοδοσία των τοπικών αρχών απέναντι στους πολίτες που πληρώνουν τους φόρους. Κατ’ επέκταση, βοηθά στην καλλιέργεια φορολογικής υπευθυνότητας και φορολογικής συνείδησης στους πολίτες.
- Το εν λόγω φορολογικό εργαλείο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τους ΟΤΑ αναδιανεμητικά, με βάση το κριτήριο της κάθετης και οριζόντιας ισότητας (horizontal and vertical equity) ώστε οι φορολογούμενοι με την ίδια περιουσία και την ίδια φοροδοτική ικανότητα να φορολογούνται το ίδιο. Για παράδειγμα, η φορολόγηση ακινήτων θα μπορούσε να περιλαμβάνει απαλλαγές και εκπτώσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών (π.χ. ηλικιωμένους, άτομα χαμηλού εισοδήματος κ.ά.) ή/και να επιβάλλει προοδευτικό φορολογικό συντελεστή ανάλογα με την αξία του ακινήτου, όπως γίνεται στη Γαλλία, τη Δανία και την Ιρλανδία.
- Η καλή διαχείριση από την πλευρά των τοπικών αρχών ενδυναμώνει την αξιοπιστία τους, γεγονός που δυνητικά διευρύνει τους ορίζοντες χρηματοδότησής τους και την ικανότητα παρεμβάσεών τους για τη βελτίωση της καθημερινότητας των κατοίκων κάθε περιοχής. Μια τέτοια μεταρρύθμιση θα δημιουργούσε λοιπόν την ανάγκη εξέλιξης των ΟΤΑ σε φορείς με τεχνοκρατικές υποδομές και τεχνογνωσία, ικανούς να συμβάλουν στον εκσυγχρονισμό και στην ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών και κατ’ επέκταση της χώρας.
- Όσον αφορά την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού, η αποτελεσματική διαχείριση του ΕΝΦΙΑ από τους ΟΤΑ θα μπορούσε να συμβάλει στον εξορθολογισμό και στην εξοικονόμηση δημόσιων δαπανών, καθώς και στην εξοικονόμηση διοικητικού κόστους που προκύπτει από τις ενδοκυβερνητικές μεταβιβάσεις.
…και τα κατά
Αναφορικά με τα μειονεκτήματα της διαχείρισης του ΕΝΦΙΑ από τους δήμους, σημειώνεται η ορατή έλλειψη τεχνοκρατικής υποδομής για την πλειοψηφία των δήμων και η ανάγκη εκπαίδευσης και εξοικείωσής τους με τα σχετικά εργαλεία.
Κάτι τέτοιο δεν είναι ανεξάρτητο από το μέγεθος των δήμων – επιπλέον, αποτελεί πρόκληση αφού η αποτελεσματική διαχείριση του φόρου περιουσίας προϋποθέτει τεχνογνωσία, εμπειρία και εξειδικευμένο προσωπικό, η υλοποίηση των οποίων εξαρτάται και από τη βούληση των ίδιων των δήμων.
Μια τέτοια προσπάθεια συνδέεται αναπόφευκτα με αυξημένο διοικητικό κόστος μεσοπρόθεσμα και ενδεχομένως με τον κίνδυνο κακοδιαχείρισης, που όμως θα αντισταθμίζεται από αμεσότερη λογοδοσία προς τις τοπικές κοινωνίες. Θα πρέπει τέλος να επισημανθεί ότι η πλημμελής διαχείριση των φορολογικών εργαλείων θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανισότητες μεταξύ δήμων, ενώ ταυτόχρονα θα μπορούσε να συμβάλει και στον φορολογικό ανταγωνισμό (όσον αφορά τον φόρο περιουσίας), παραπέμποντας στην αναγκαιότητα κρατικής παρέμβασης και εποπτείας κατά τη διάρκεια του μεταβατικού σταδίου.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.