Η ελληνική φάρμα που πουλάει γιαούρτι αξίας 50 εκατ. ευρώ

Όταν η Φάρμα Κουκάκη ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1977, λίγοι θα φαντάζονταν ότι μια οικογενειακή επιχείρηση γαλακτοκομικών θα έφτανε σήμερα να έχει παρουσία σε 30 αγορές και ρυθμό ανάπτυξης εξαγωγών που ξεπερνά το 25% ετησίως. Κι όμως, για τη Φάρμα Κουκάκη το 2024 ήταν μια χρονιά-ορόσημο.
Σε μια δύσκολη αγορά, όπου οι πληθωριστικές πιέσεις και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας φρέναραν τον κλάδο, η Κουκάκης σημείωσε ιστορικά υψηλές πωλήσεις 50,7 εκατ. ευρώ (+14,6% σε σχέση με το 2023), τα προ φόρων κέρδη εκτινάχθηκαν κατά 84,6% στα 4,382 εκατ. ευρώ και το EBITDA αυξήθηκε κατά 47,04%.
Το καθαρό χρέος (δάνεια αφαιρουμένων των διαθεσίμων και βραχυπρόθεσμων επενδύσεων) διαμορφώθηκε σε 6.331.553 ευρώ από 5.043.253 ευρώ στο τέλος του 2023, σημειώνοντας αύξηση λόγω σημαντικών επενδύσεων ύψους 4,836 εκατ. ευρώ εντός του 2024.
Η επιλογή να διατηρεί τον έλεγχο της εμπορικής της ταυτότητας, διαθέτοντας τα προϊόντα αποκλειστικά με την επωνυμία «Φάρμα Κουκάκη», ίσως μοιάζει συντηρητική για κάποιους. Στην πραγματικότητα, διασφαλίζει συνοχή της μάρκας και δημιουργεί ισχυρή αναγνωρισιμότητα. Με αυξανόμενη παρουσία σε χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστραλία, η Νότια Κορέα και η Σαουδική Αραβία, η Κουκάκης στοχεύει σε διψήφια ανάπτυξη εξαγωγών και το 2025, επεκτείνοντας τη διανομή της με νέα προϊόντα υψηλής ποιότητας.
Φέτος, η βιομηχανία, η οποία εισήλθε και στην κατηγορία των σνακ μέσω της ανάπτυξης καινοτόμων μπαρών με βάση το κεφίρ, θέτει σε λειτουργία δύο φωτοβολταϊκά πάρκα που θα καλύπτουν το 1/3 της ενεργειακής της κατανάλωσης. Η εταιρεία αναμένει την ηλεκτροδότηση από τον ΔΕΔΔΗΕ εντός του Α’ εξαμήνου 2025 των δύο φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων: η πρώτη ισχύος 800 kW και η δεύτερη 600 kW.
Παράλληλα, το επενδυτικό της πρόγραμμα περιλαμβάνει τρεις δράσεις που είναι σε εξέλιξη, συνολικού ύψους 14,8 εκατ. ευρώ. Επίσης, σχεδιάζεται η κτιριακή επέκταση του κύριου εργοστασίου, με στόχο τον διπλασιασμό των χώρων ψύξης και αποθήκευσης πρώτων υλών και υλικών συσκευασίας.
Η χωρητικότητα της ψυκτικής αποθήκης θα φτάσει τις 1.050 παλέτες, ενώ η δυνατότητα παραλαβής, ψύξης και αποθήκευσης γάλακτος θα αυξηθεί στους 120 τόνους ημερησίως, με τη συνολική χωρητικότητα δεξαμενών να φτάνει τους 600 τόνους. Η παραγωγή εμφιαλωμένων προϊόντων θα φτάσει τις 300.000 φιάλες ημερησίως, ενώ η εβδομαδιαία παραγωγή γιαουρτιών θα αγγίξει τους 700 τόνους.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.