Ενεργειακό τοπίο Απριλίου 2025: Η ηγεμονία των ΑΠΕ με φόντο την πτώση του φυσικού αερίου – Πώς κινήθηκε το πρώτο τετράμηνο του έτους – FinanceNews.gr

Ενεργειακό τοπίο Απριλίου 2025: Η ηγεμονία των ΑΠΕ με φόντο την πτώση του φυσικού αερίου – Πώς κινήθηκε το πρώτο τετράμηνο του έτους - FinanceNews.gr


Ο Απρίλιος του 2025 ανέδειξε ξανά τον κρίσιμο ρόλο των ΑΠΕ στο εγχώριο ενεργειακό μείγμα, σε μια περίοδο που χαρακτηρίστηκε από έντονες διακυμάνσεις στην παραγωγή και σημαντικές μεταβολές στις ροές διασύνδεσης με τις γειτονικές χώρες.

Παρά την κάμψη της παραγωγής τους σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, οι ΑΠΕ διατήρησαν την πρωτοκαθεδρία, συνεισφέροντας 1.960 GWh στην κάλυψη της ζήτησης. Η μείωση αυτή (15,6%) σύμφωνα με ανάλυση του Green Tank, αποδίδεται κυρίως σε υποχώρηση της αιολικής παραγωγής και σε αυξημένες περικοπές, οι οποίες μόνο για τον Απρίλιο έφτασαν τις 172 GWh, ενώ από την αρχή του έτους έχουν ήδη φτάσει τις 278 GWh. Παρά την επιβάρυνση, οι ΑΠΕ συνεχίζουν να είναι η κινητήρια δύναμη της ενεργειακής μετάβασης.

Αντίθετα, το φυσικό αέριο κατέγραψε τη χαμηλότερη μηνιαία παραγωγή από τον Δεκέμβριο του 2023, περιοριζόμενο στις 1.103 GWh. Η κάμψη κατά 27% σε σύγκριση με τον Μάρτιο καταδεικνύει τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από τις ΑΠΕ αλλά και τις διαρθρωτικές προσαρμογές στην αγορά ηλεκτρισμού, όπως η αυξημένη εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας, οι οποίες ανήλθαν σε καθαρές 433 GWh — για πρώτη φορά από τον Σεπτέμβριο του 2024.

Ο λιγνίτης διατήρησε τον υποβαθμισμένο του ρόλο με παραγωγή μόλις 141 GWh, συνεχίζοντας τη φθίνουσα πορεία του, ενώ τα υδροηλεκτρικά κινήθηκαν σταθερά, με 194 GWh, χωρίς να δείχνουν σημάδια ανάκαμψης από τις μειωμένες βροχοπτώσεις των τελευταίων ετών.

Χαμηλό στην τιμή, υψηλό στη μεταβλητότητα

Ο συνδυασμός της μείωσης του φυσικού αερίου, της αύξησης των εισαγωγών και της αυξημένης συμμετοχής των ΑΠΕ είχε θετικό αντίκτυπο στο κόστος ενέργειας. Η μέση τιμή στη χονδρεμπορική αγορά διαμορφώθηκε στα 89,1 €/MWh — το χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2024, σηματοδοτώντας μια σημαντική οικονομική ανάσα για καταναλωτές και επιχειρήσεις.

Το πρώτο τετράμηνο: «Ντέρμπι» μεταξύ καθαρών και ρυπογόνων πηγών

Σωρευτικά για το διάστημα Ιανουαρίου–Απριλίου, οι ΑΠΕ προηγούνται οριακά στην κάλυψη της ζήτησης με μερίδιο 43,6%, αφήνοντας πίσω το φυσικό αέριο που ακολουθεί με 41,7%. Το λιγνίτη συρρικνώθηκε στο 7,1%, ενώ τα υδροηλεκτρικά και το πετρέλαιο συγκέντρωσαν 4,8% και 5,2% αντίστοιχα.

Παρά τις διακυμάνσεις, οι ΑΠΕ παραμένουν σταθερά στην πρώτη γραμμή, αν και η συνολική παραγωγή τους μειώθηκε κατά 4,4% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, κυρίως λόγω της σημαντικής πτώσης της αιολικής παραγωγής. Από την άλλη, η αύξηση της παραγωγής από φωτοβολταϊκά (+496 GWh) μετρίασε σε έναν βαθμό τη συνολική μείωση.

Το φυσικό αέριο ωστόσο ενισχύθηκε κατά 36,7% συγκριτικά με το πρώτο τετράμηνο του 2024, σημειώνοντας παραγωγή ρεκόρ για την τελευταία δεκαετία. Αυτή η αύξηση ξεπέρασε κατά πολύ την άνοδο της ζήτησης, η οποία ανήλθε σε μόλις 3,3%, γεγονός που υποδηλώνει ότι το μεγαλύτερο μέρος της επιπλέον παραγωγής προορίστηκε για εξαγωγές — μια υπόρρητη παραδοχή της ευελιξίας και της εξωστρέφειας του εγχώριου ενεργειακού συστήματος.

Η εικόνα των διασυνδέσεων: Από εξαγωγές σε εισαγωγές

Η ενεργειακή εξωστρέφεια της Ελλάδας αποτυπώνεται και στο ισοζύγιο διασυνδέσεων. Παρότι τον Απρίλιο καταγράφηκαν καθαρές εισαγωγές, για το σύνολο του τετραμήνου η χώρα διατηρεί θετικό πρόσημο, με καθαρές εξαγωγές 425 GWh — η υψηλότερη επίδοση της τελευταίας δεκαετίας.

Η ανατροπή του Απριλίου συνδέεται κυρίως με την προσωρινή διακοπή της γραμμής διασύνδεσης με την Ιταλία, στην οποία κατευθύνεται παραδοσιακά μεγάλο μέρος των ελληνικών εξαγωγών. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την ευαισθησία της χώρας στις τεχνικές παραμέτρους και τις δυναμικές των περιφερειακών αγορών ενέργειας.

Προκλήσεις και προοπτικές

Παρά τη δυναμική των ΑΠΕ, οι περικοπές στην παραγωγή τους παραμένουν σοβαρό ζήτημα, ειδικά όσο καθυστερούν κρίσιμες επενδύσεις σε υποδομές αποθήκευσης και ευφυή δίκτυα. Η εικόνα του πρώτου τετραμήνου δείχνει ότι ενώ η χώρα προχωρά σταθερά προς την ενεργειακή μετάβαση, η πορεία αυτή δεν είναι γραμμική και απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό, συντονισμένη πολιτική βούληση και ενεργή συμμετοχή της αγοράς.

Η διαφορά μεταξύ καθαρής και ρυπογόνου ενέργειας μειώθηκε, αλλά τα ορυκτά καύσιμα εξακολουθούν να καλύπτουν το 54% της ζήτησης, το υψηλότερο ποσοστό από το 2019. Αυτή η πραγματικότητα υπογραμμίζει ότι η απολιγνιτοποίηση και η απανθρακοποίηση δεν είναι απλώς ζήτημα τεχνολογίας, αλλά και πολιτικής και κοινωνικής επιλογής.

 

Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.‌‌

Ροή Ειδήσεων