Καπιταλιστικός ρεαλισμός αλά ελληνικά

Στο βιβλίο του «Η ακύρωση του μέλλοντος» που πρόσφατα εκδόθηκε στα ελληνικά, ο Μάρκ Φίσερ αναπτύσσει αυτό που ονομάζει καπιταλιστικό ρεαλισμό: την πεποίθηση και την στάση ότι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός είναι το μόνο βιώσιμο πολιτικοοικονομικό σύστημα, η αναδιατύπωση του θατσερικού δόγματος «Δεν υπάρχει εναλλακτική».
Η διαπίστωση – παρότι είναι για την Αγγλία της περασμένης δεκαετίας – θα μπορούσε να περιγράψει τα καθ’ ημάς, όπου κυριαρχεί η γενικευμένη αντίληψη ότι μπορεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη να κινείται στην ζώνη του 20% και να στερείται πλέον κοινωνικής νομιμοποίησης, ωστόσο δεν υπάρχει εναλλακτική.
Παραφράζοντας τον συγγραφέα θα μπορούσαμε κι εμείς να πούμε ότι το νεοφιλελεύθερο μοντέλο Μητσοτάκη ποτέ δεν ήταν ένα καλό σύστημα για την κοινωνία, ωστόσο το ζήτημα ήταν να πειστούν οι άνθρωποι ότι είναι το μόνο βιώσιμο σύστημα και η οικοδόμηση μίας εναλλακτικής είναι αδύνατη. Κάτι που πέτυχε απόλυτα με την αρωγή των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Διάψευση προσδοκιών
Η ελληνική πολιτική ζωή μοιάζει να έχει καθηλωθεί σε μία χρονική λούπα με αφετηρία το 2019. Ήταν η εποχή που η κοινωνία βγαίνοντας από το μνημόνιο επένδυσε τις προσδοκίες της στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος υποσχέθηκε την εκ βάθρων αναδιάρθρωση της οικονομίας και της κοινωνίας σε νεοφιλελεύθερη βάση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν τίμιος ως προς αυτό, παρουσίασε με ενάργεια το νεοφιλελεύθερο μοντέλο του για την οικονομία, την υγεία, την παιδεία, την ενέργεια.
Η κοινωνία δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αποδιάρθρωση των σταθερών του βίου της που συνεπαγόταν το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Κράτησε την επωδό: Οι μεταρρυθμίσεις και ο «πολυδύναμος εκσυγχρονισμός» θα αυξήσουν το εισόδημα, θα βελτιώσουν τις υπηρεσίες, θα απαλλάξουν από τις παθογένειες του κρατισμού. Εν ολίγοις ο Κυριάκος Μητσοτάκης τους υποσχέθηκε στους ανθρώπους ότι «θα φέρει χρήματα που θα φανούν στην τσέπη του καθενός».
Έξι χρόνια μετά η κοινωνία μοιάζει να βγαίνει ζαλισμένη από τον λήθαργο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης να είναι πλέον αντιμέτωπος με τις ανεκπλήρωτες προσδοκίες που καλλιέργησε. Το μέσο εισόδημα δεν αυξήθηκε, οι αμοιβές σε γενικές γραμμές είναι καθηλωμένες, αντίθετα αυξάνοντας οι ώρες εργασίας υποβαθμίζοντας την ποιότητα ζωής.
Οι νέες θέσεις εργασίας είναι ευέλικτες και κακοπληρωμένες θέσεις που δημιουργούν ένα μαζικό πρεκαριάτο. Το νέο εργασιακό που θα έλθει στην Βουλή ολοκληρώνει την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας. Η ανάπτυξη περιορίστηκε σε έναν μικρό αριθμό μεγάλων επιχειρήσεων, που φυσικά κράτησαν τα κέρδη για να αυξήσουν τον προσωπικό πλουτισμό των στελεχών τους. Αυτό που αυξήθηκε ήταν το κόστος ζωής, ενέργεια, στέγη, τροφή, βασικά καταναλωτικά αγαθά, ιδιωτική συμμετοχή σε υπηρεσίες υγείας και παιδείας. Το ιδιαίτερο στοιχείο της διακυβέρνησης Μητσοτάκη σε σχέση με τις χώρες της Δύσης, είναι ότι ξεπέρασε τα θεσμικά όρια στην άσκηση της εξουσίας.
Με τις υποκλοπές, με την χειραγώγηση της δικαιοσύνης, με την συγκάλυψη των Τεμπών και συνολικά με την οικοδόμηση ενός συστήματος χειραγώγησης της κοινής γνώμης που αποκαλύπτεται τώρα με την “Ομάδα Αλήθειας” και συμπεριλαμβάνει, μέσα ενημέρωσης, δημοσιογράφους, δημοσκοπικές εταιρείες, συντονισμένες παρεμβάσεις στο διαδίκτυο. Σταδιακά μετατρέπει την χώρα σε αυταρχική δημοκρατία. Αυτή την κοινωνική συνειδητοποίηση βρήκε απέναντι του ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τα Τέμπη που κινητοποίησαν δύο εκατομμύρια κόσμο. Ήταν η συμπύκνωση της γενικευμένης κοινωνικής δυσαρέσκειας.
Και τώρα τι;
Η κυβέρνηση απαντά στην γενικευμένη δυσαρέσκεια και στην απογοήτευση από την διάψευση των προσδοκιών με καταιγιστική προπαγάνδα: δεν είναι αυτό που νομίζετε, περνάτε καλά αλλά δεν το καταλαβαίνετε. Δευτερευόντως ξαναγυρίζει στο 2019: «τώρα θα μοιραστεί το μέρισμα της ανάπτυξης, τώρα θα ανασυγκροτήσουμε το κράτος και τους σιδηροδρόμους, τώρα θα φτιάξουμε το δημόσιο…». Και έξι χρόνια τι κάνατε;
Εάν κρίνουμε από τις δημοσκοπήσεις του Μαρτίου και του Απριλίου ο καταιγισμός προπαγάνδας δεν πείθει. Η ΝΔ παραμένει καθηλωμένη στην ζώνη του 20%, όσο και αν οι ευφάνταστοι δημοσκόποι και ενσωματωμένοι δημοσιογράφοι, καταφεύγουν σε εκτίμηση ψήφου και εκλογικό ταβάνι για να την δείξουν ότι αγγίζει το όριο του 35%. Εκείνοι αγγίζουν το όριο του γελοίου. Σταθερά εδώ και μήνες η κοινωνία σε ποσοστό άνω του 65% θεωρεί ότι η χώρα βαδίζει σε λάθος κατεύθυνση.
Το μόνο επιχείρημα της κυβέρνησης και του ενσωματωμένου μηχανισμού χειραγώγησης είναι «ναι αλλά δεν υπάρχει εναλλακτική». Το επιχείρημα είναι βάσιμο. Όχι όμως όπως το εννοεί η προπαγάνδα ότι δήθεν τα δύο κόμματα ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι έτοιμα να κυβερνήσουν. Φυσικά και είναι, το έχουν κάνει στο παρελθόν και σε πιο δύσκολες συνθήκες και μπορούν να το ξανακάνουν. Ωστόσο οι προγραμματικές θέσεις του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ είναι παραλλαγές στη νεοφιλελεύθερη συνταγή Μητσοτάκη, που άλλωστε αποτελεί ευθυγράμμιση με το κυρίαρχο οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό δόγμα της Ευρώπης. Τα δύο κόμματα που διακηρύσσουν την κυβερνητική τους προοπτική, υπόσχονται μία πιο τίμια άσκηση νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης. Λιγότερη διαφθορά, κάπως περιορισμένα τα κέρδη των καρτέλ, λίγο περισσότερο από το υπερπλεόνασμα για διανομή, λίγο καλύτερη μεταχείριση των θεσμών.
Μόνο που αυτό πλέον φαίνεται ότι δεν είναι αρκετό για την κοινωνία αν κρίνουμε από την μειωμένη απήχησή τους. Τα δυο κόμματα φοβούνται να αρθρώσουν ένα συνολικό αφήγημα που να υπόσχεται μία διαφορετική προοπτική της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.
Εν κατακλείδι η χώρα, στο νέο διεθνές περιβάλλον που διαμορφώνεται σταδιακά με την αλλαγή υποδείγματος από τον Ντόναλντ Τραμπ, χρειάζεται συνολική επανατοποθέτηση. Η κοινωνία το διαισθάνεται αλλά το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να ανταποκριθεί, κάτι που διευρύνει το χάσμα μεταξύ του κοινωνικού σώματος με των εκλεγμένων αντιπροσώπων του.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.