Καραβίας: Εξαγορές όπου υπάρχει η σωστή ευκαιρία
«Το μέγεθος αποτελεί πλέον σημαντικό πλεονέκτημα στο διεθνή τραπεζικό ανταγωνισμό», δηλώνει σε συνέντευξή του στην Realnews ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φωκίων Καραβίας και σχολιάζοντας τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις τονίσει:
«Η Ελλάδα -και αυτό είναι πολύ θετικό- έχει μια διαφορετική αντιμετώπιση, θετική στην είσοδο διεθνών στρατηγικών επενδυτών στον τραπεζικό τομέα. Φάνηκε άλλωστε με την απόκτηση σημαντικής συμμετοχής στην Alpha Bank από την Unicredit. Δεν αποκλείω στο μέλλον να δούμε κι άλλες κινήσεις από γνωστούς ή νέους διεθνείς στρατηγικούς επενδυτές στον ελληνικό χρηματοπιστωτικό τομέα».
Για την στρατηγική της Eurobank δηλώνει: «Επιδιώκουμε ενεργά την επέκταση των εργασιών μας με οργανικό τρόπο, αλλά και μέσω εξαγορών, όποτε υπάρχει η σωστή ευκαιρία, σε τομείς που μπορούμε να υπηρετήσουμε. Είμαστε η τράπεζα που έκανε την πρώτη διασυνοριακή συγχώνευση». Σχολιάζοντας την πρόταση της Euronext για την ΕΧΑΕ υπογραμμίζει ότι «δεν αποτελεί απλώς ευκαιρία αλλά μονόδρομο». Για τις επενδύσεις τονίζει ότι υπάρχει πρόοδος αλλά δεν αρκεί.
Δεν είναι ολιγοπωλιακό το σύστημα
Για τον ανταγωνισμό στο τραπεζικό σύστημα δεδομένου του αριθμού των ελληνικών τραπεζών τονίζει: «Το τραπεζικό σύστημα κατηγορείται συχνά ως ολιγοπωλιακό, αναφερόμενοι στις 4 συστημικές τράπεζες. Πρώτον, δεν θεωρώ ότι για το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας 4 τράπεζες είναι λίγες, το αντίθετο. Αλλά σήμερα το τραπεζικό σύστημα έχει διευρυνθεί, είναι ένα σύστημα 4+2+1. Δηλαδή, οι 4 συστημικές, οι 2 μικρότερες τράπεζες και το συν 1 αφορά τις ψηφιακές τράπεζες. Ο ανταγωνισμός κάνει σε όλους μας καλό, γινόμαστε καλύτεροι πιο ανταγωνιστικοί. Αντίστοιχα, ο ανταγωνισμός από τις ψηφιακές τράπεζες είναι κάτι που λαμβάνουμε πολύ σοβαρά στη Eurobank».
Ερωτηθείς για την εν εξελίξει πρόταση της Euronext για το ελληνικό χρηματιστήριο υπογραμμίζει ότι «η συμμετοχή του Ελληνικού Χρηματιστηρίου σε ένα σχήμα ευρωπαϊκής εμβέλειας, μέσω της αποδοχής της πρότασης του Euronext, δεν αποτελεί απλώς ευκαιρία, αλλά μονόδρομο».
Απαντά στις αιτιάσεις που υπάρχουν το τελευταίο χρονικό διάστημα όσον αφορά στην απορροφητικότητα των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. «Διατυπώνεται μια άποψη ότι έπρεπε να διατεθούν τα χρήματα από κρατικό φορέα και όχι τις τράπεζες. Τρία σχετικά σημεία. Πρώτον, δεν έχει προβληθεί ούτε μία αιτίαση για προνομιακή μεταχείριση ή αδιαφάνεια στη δανειοδότηση. Δεύτερον, οι τράπεζες βάζουν και δικά τους χρήματα, επομένως αποτιμούν τον κίνδυνο που αλλιώς θα βάρυνε μόνο το Δημόσιο, και τελικά το φορολογούμενο. Και, τέλος, με μια ήπια διατύπωση, οι επιδόσεις του δημόσιου τομέα διαχρονικά στη διαχείριση άλλων κοινοτικών κονδυλίων δεν συνιστούν εχέγγυο, ότι η διάθεση 15,5 δισ. ευρώ επιχειρηματικών δανείων θα γινόταν με ακεραιότητα, διαφάνεια και λογοδοσία».
Για τις χορηγήσεις και την γκρίνια που υπάρχει ότι οι τράπεζες δεν χρηματοδοτούν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τονίζει:
«Θέλουμε να χρηματοδοτήσουμε. Και θέτουμε πιεστικούς στόχους στα καταστήματα μας για τέτοιες χρηματοδοτήσεις. Αλλά, η ελληνική οικονομία έχει κάποια όρια και η ζήτηση είναι πεπερασμένη. Η υγιής ζήτηση. Αν αυτό που εννοούν όσοι διαμαρτύρονται είναι να χαλαρώσουμε την πιστωτική μας πολιτική, να δίνουμε δάνεια που ξέρουμε ότι δεν θα αποπληρωθούν, ή να κάνουμε τα στραβά μάτια -για παράδειγμα σε απόκρυψη εσόδων από την Εφορία- -αυτό σας λέω ευθέως ότι δεν θα το επιτρέψουμε. Αποτελεί για εμάς ευθύνη και κόκκινη γραμμή.
Από την άλλη, κάνουμε σημαντικές κινήσεις, αναλύοντας τα πραγματικά προβλήματα. Για παράδειγμα, οι ΜμΕ έχουν πρόσβαση σε ευρωπαϊκά προγράμματα, μέσω της ΕΑΤ, με όρους ακόμη και καλύτερους από αυτούς του ΤΑΑ, που προωθούμε. Επιπλέον, στη Eurobank αναπτύξαμε ένα καινοτόμο προϊόν, το POS cash advance, μέσω του οποίου μια μικρή επιχείρηση ή και ένας ελεύθερος επαγγελματίας μπορεί να εξασφαλίσει δανεισμό με βάση αποκλειστικά το τζίρο του POS που κατέχει, όχι μόνο από εμάς, αλλά από οποιαδήποτε τράπεζα, και χωρίς καμία άλλη προϋπόθεση».
Για τον οικονομικό διάδρομο Ινδίας-Μέσης Ανατολής -Ευρώπης σημειώνει ότι «η περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου έχει κεντρικό ρόλο σε κάθε σχεδιασμό, σε παγκόσμια κλίμακα. Η Eurobank κάνει ήδη βήματα. Ο εμπορικός διάδρομος IMEC συνιστά το βασικό μοχλό προώθησης αυτού του σχεδιασμού και η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν προνομιακή θέση. Αλλά δεν παίζουμε χωρίς αντίπαλο. Βλέπουμε ήδη έντονο ανταγωνισμό από άλλους εταίρους, με πρώτη την Ιταλία».
Όσον αφορά τις επενδύσεις αναφέρει πως «χρειαζόμαστε επενδύσεις για όλες τις μείζονες προκλήσεις της χώρας: για να ανέβει επίπεδο η οικονομία, να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη η ανάπτυξη, για να δημιουργηθούν καλύτερες δουλειές για τους νέους και να έρθουν και πολλοί από όσους έφυγαν στην κρίση, για να ανταποκριθούμε στα κόστη που προκύπτουν από τη δημογραφική γήρανση και την ανάγκη αυξημένων αμυντικών δαπανών. Πρόοδος υπάρχει. Δεν αρκεί».
Προσθέτει ότι «οι επενδύσεις είναι απαραίτητες για την αύξηση της παραγωγικότητας, που είναι η αχίλλειος πτέρνα της οικονομίας μας – είμαστε στο 56% του μέσου όρου της ευρωζώνης, 20 ολόκληρες μονάδες κάτω σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο».
Καυστική είναι η τοποθέτησή του για την στρατηγική που ακολουθείτε με στόχο την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος. «Στη Eurobank από το 2021, εν μέσω της πανδημικής κρίσης, επισημάναμε το δημογραφικό ως τη μείζονα μακροπρόθεσμη πρόκληση για την Ελλάδα σε κοινωνικό, οικονομικό και εθνικό επίπεδο. Αναλάβαμε γι’αυτό μια μεγάλη πρωτοβουλία σε δύο άξονες: ο πρώτος αφορούσε στην ανάδειξη της σημασίας του και ελπίζω ότι συμβάλαμε στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις.
Ο δεύτερος άξονας ήταν σχετικός με τα μέτρα που υιοθετούμε εμείς ως επιχείρηση για να διευκολύνουμε τους εργαζόμενους μας να δημιουργήσουν οικογένεια με αρκετά παιδιά. Ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο στο θέμα αυτό. Η άμεση ανακούφιση θα έρθει μόνο από την προσέλκυση πίσω στην Ελλάδα των χιλιάδων νέων που αναζήτησαν δουλειά στο εξωτερικό τα προηγούμενα χρόνια.
Επίσης, χρειαζόμαστε και άλλες λύσεις, με τόλμη και μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό. Για παράδειγμα, να καταστήσουμε τη χώρα μας ένα διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο, όπως έχει κάνει για παράδειγμα η Ολλανδία, προσελκύοντας 100.000 ξένους φοιτητές, με το αντίστοιχο θετικό αντίκτυπο στο ΑΕΠ. Δυστυχώς, τέτοιες σκέψεις εμφανίζονται μόνο σποραδικά στο δημόσιο διάλογο».
Οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις
«Η συζήτηση γύρω από διασυνοριακές συγχωνεύσεις τραπεζών στην Ευρώπη έχει δύο αφετηρίες», σημειώνει. «Η μία είναι ο στόχος της ενοποίησης του χρηματοπιστωτικού κλάδου σε πανευρωπαϊκή κλίμακα ως σημαντικό βήμα για την περαιτέρω προώθηση του ευρύτερου πολιτικού σχεδιασμού για μια πιο συνεκτική Ε.Ε.
Η δεύτερη αφετηρία είναι η ανάγκη για μεγαλύτερη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών που έχουν μείνει πολύ πίσω, κυρίως από τις αμερικανικές, μετά την κρίση του 2008. Οι αριθμοί μιλούν. Στο τέλος του 2007, η JPMorgan είχε χρηματιστηριακή αξία 150 δισ. δολάρια, λίγο πάνω από τις δύο μεγαλύτερες τράπεζες της ευρωζώνης. Σήμερα, η JPMorgan αποτιμάται σε 820 δισ. δολάρια, σχεδόν όσο το άθροισμα της αξίας των εννέα μεγαλύτερων τραπεζών της ευρωζώνης.
«Δεν έχει σημειωθεί αρκετά, ότι η σημαντικότερη πρόσφατη κίνηση διασυνοριακής συγχώνευσης έγινε από τη Eurobank: η εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας και η δημιουργία της μεγαλύτερης τράπεζας στην Κύπρο, της κυπριακής Eurobank Limited, που είναι 100% θυγατρική του Ομίλου», επισημαίνει.
«Από την άλλη βλέπουμε ότι κράτη και κυβερνήσεις δεν έχουν συμφιλιωθεί αρκετά με την ιδέα και κινούνται με όρους εθνικών αγορών. Είναι ενδεικτικά τα εμπόδια στην προσπάθεια εξαγοράς της γερμανικής Commerzbank από την ιταλική Unicredit. Αυτή η στάση δεν είναι συμβατή με τις διακηρύξεις υπέρ της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η Ελλάδα -και αυτό είναι πολύ θετικό- έχει μια διαφορετική αντιμετώπιση, θετική στην είσοδο διεθνών στρατηγικών επενδυτών στον τραπεζικό τομέα. Φάνηκε άλλωστε με την απόκτηση σημαντικής συμμετοχής στην Alpha Bank από την Unicredit. Δεν αποκλείω στο μέλλον να δούμε κι άλλες κινήσεις από γνωστούς ή νέους διεθνείς στρατηγικούς επενδυτές στον ελληνικό χρηματοπιστωτικό τομέα».
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.




