«Μεταρρυθμίσεις» που υπονομεύουν τη συνοχή των Ενόπλων Δυνάμεων και την Εθνική Άμυνα – Financial Report

Στις 24 Ιουλίου 2025, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας ανακοίνωσε τη Β΄ Φάση της «Ατζέντας 2030», με εκτεταμένες αλλαγές στη Δομή και Οργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων, με στόχο —όπως τόνισε— έναν πιο ευέλικτο, σύγχρονο και οικονομικό μηχανισμό διοίκησης. Μεταξύ αυτών, καταργούνται η 1η Στρατιά και τα ενδιάμεσα επίπεδα, για «απλοποίηση» της διοικητικής πυραμίδας.
Ιδιαίτερα κρίσιμη είναι η κατάργηση της ΑΣΔΕΝ, που είχε αυτοτελή αποστολή στην άμυνα του Ανατολικού Αιγαίου και ο ρόλος της οποίας μεταφέρεται στην υπό σύσταση ΑΣΔΑΜ, χωρίς σαφές πλαίσιο λειτουργίας. Δημιουργούνται τέσσερις Ανώτατες Στρατιωτικές Διοικήσεις (Θράκης, Ηπείρου–Μακεδονίας, Αιγαίου–Αν. Μεσογείου, ΑΣΔΥΣ), με το ΓΕΣ να διατηρεί τον στρατηγικό σχεδιασμό και τον συντονισμό. Παράλληλα, ενισχύεται η Γενική Επιθεώρηση Στρατού και ιδρύονται Διοικήσεις Μη Επανδρωμένων Μέσων.
Συνεχίζεται το κλείσιμο στρατοπέδων και δικαστηρίων, ενώ από το 2026 η κατάταξη στρατευσίμων θα γίνεται μόνο στον Στρατό Ξηράς. Εξαγγέλλεται πρόγραμμα οχυρωματικών έργων στον Έβρο και τα νησιά, στο πλαίσιο του δόγματος «αυτόνομα νησιά».
Το αφήγημα του Υπουργού Εθνικής Άμυνας κ. Νίκου Δένδια προς υποστήριξη της εν λόγω «μεταρρύθμισης» στηρίζεται στην ανάγκη προσαρμογής στις αυξανόμενες γεωπολιτικές προκλήσεις, τα διδάγματα των πολέμων σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή και τις τεχνολογικές εξελίξεις που αλλάζουν τον σύγχρονο πόλεμο.
Στόχος της μεταρρύθμισης είναι η οικοδόμηση ενός πιο ευέλικτου, τεχνολογικά εκσυγχρονισμένου και αποτελεσματικού αμυντικού μηχανισμού, με έμφαση στην πρώτη γραμμή και τη μέριμνα για το προσωπικό.
Ωστόσο, εγείρονται ερωτήματα για τον αντίκτυπο στις διακλαδικές επιχειρήσεις, τη στρατηγική συνοχή και την αποτρεπτική ισχύ.
Παρά τα διδάγματα από την Ουκρανία, οι αλλαγές στερούνται συνεκτικού στρατηγικού σχεδίου, υπονομεύουν την επιχειρησιακή επάρκεια και παραβλέπουν το ειδικό επιχειρησιακό περιβάλλον της χώρας.
Η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει στατική σύγκρουση τύπου Ουκρανίας ούτε πόλεμο μέσω αντιπροσώπων όπως το Ισραήλ στη Μέση Ανατολή, αλλά μια αναθεωρητική δύναμη με αποβατική ικανότητα και σαφή επιθετική βούληση, σε αρχιπελαγικό περιβάλλον που απαιτεί αποτροπή πρώτου πλήγματος.
Επομένως, η άκριτη μίμηση ξένων προτύπων, χωρίς εστίαση στη φύση της τουρκικής απειλής, δημιουργεί στρατηγικό κενό. Η άμυνα δεν μπορεί να είναι «γενικών προδιαγραφών», διότι η γεωγραφία είναι αμείλικτη και το κόστος του πρώτου πλήγματος δυνητικά ανεπανόρθωτο.
Η έμφαση σε drones και τεχνητή νοημοσύνη δεν υποκαθιστά την κυριαρχία επί εδάφους.
Υπό το πλαίσιο αυτό, κρίσιμες περιοχές, όπως η Σάμος ή το Καστελόριζο, για να προστατευτούν απαιτείται ισχυρή φυσική παρουσία, ισχυρές διοικήσεις και τοπική προσαρμογή.
Οι έννοιες της «συμπαγούς δύναμης», της «τεχνολογικής αναβάθμισης» και της «ενίσχυσης της πρώτης γραμμής» μοιάζουν περισσότερο με συνθήματα παρά με τεκμηριωμένη στρατηγική.
Η αντίληψη περί «αυτόνομων νησιών» και η έμφαση σε έργα οχύρωσης συνδέεται περισσότερο με δόγματα στατικής άμυνας του 17ου και 18ου αιώνα, όταν η πολιορκία αποτελούσε κυρίαρχη μορφή πολέμου.
Στο σημερινό δυναμικό και διακλαδικό επιχειρησιακό περιβάλλον, όπου ο χρόνος αντίδρασης μετριέται σε λεπτά και η κυριαρχία εξαρτάται από την ταχεία συγκέντρωση και συντονισμό ισχύος, η «αυτονομία» δεν εξασφαλίζει αποτροπή.
Η απομόνωση νησιών και η έλλειψη διακλαδικής υποστήριξης οδηγούν σε κατακερματισμό και απώλεια στρατηγικού ελέγχου.
Η κατάργησή της, ακυρώνει ένα επίπεδο διοίκησης που είναι απαραίτητο σε συνθήκες έντασης, κρίσης ή πολέμου, δημιουργεί κενό Διοίκησης και Ελέγχου (C2) στο επίπεδο της στρατηγικής επιχειρησιακής διοίκησης (σε μια περίοδο που η χώρα οφείλει να διατηρεί στρατηγικό βάθος και ενιαία καθοδήγηση των δυνάμεών της), υπονομεύει τη συνοχή των δυνάμεων του χερσαίου χώρου και επιφέρει αποδιοργάνωση του επιχειρησιακού σχεδιασμού τόσο στο στρατηγικό όσο και τακτικό επίπεδο.
Είναι στρατηγικό λάθος να θεωρούμε, ότι η μόνη απειλή προέρχεται από ανατολάς, δηλαδή μόνο από την Τουρκία, σε ένα υβριδικό επιχειρησιακό περιβάλλον με πολυδιάστατες προκλήσεις.
Δεν μπορεί να παραβλέπεται το γεγονός, ότι η Αλβανία διατηρεί αλυτρωτικές βλέψεις και στενή στρατιωτική συνεργασία με την Τουρκία, που δημιουργεί νέα δεδομένα ασφάλειας στα σύνορά μας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η διατήρηση και μετεξέλιξη της 1ης Στρατιάς σε Στρατηγείο Χερσαίων Δυνάμεων είναι αναγκαία για την ολιστική διαχείριση των πολλαπλών απειλών που αντιμετωπίζει η χώρα, ενισχύοντας τη δυνατότητα συντονισμού και ευελιξίας των χερσαίων δυνάμεων σε εθνικό επίπεδο.
Η κατάργησή της μεταφέρει υπέρμετρο επιχειρησιακό βάρος στο ΓΕΣ, μειώνοντας την ικανότητά του για στρατηγικό σχεδιασμό, ενώ το ΓΕΕΘΑ κινδυνεύει να εξελιχθεί σε συγκεντρωτικό όργανο χωρίς την απαιτούμενη ευελιξία για άμεση διοίκηση σε κρίση.
Η υπερσυγκέντρωση αυτή δεν ενισχύει, αλλά υπονομεύει τη διακλαδικότητα, ακυρώνοντας τους ενδιάμεσους κρίκους που εξασφάλιζαν ευθυγράμμιση των Κλάδων. Η 1η Στρατιά, αναγνωρισμένη από το ΝΑΤΟ ως στρατηγείο επιπέδου Στρατιάς, λειτουργεί ως στρατηγική εφεδρεία στη ΝΑ Ευρώπη και μπορεί να διοικήσει μεγάλες συμμαχικές δυνάμεις σε περίπτωση σύρραξης, ενώ η γεωγραφική της θέση τη συνδέει με Αιγαίο, Βαλκάνια και Αν. Μεσόγειο. Η απώλειά της θα αποδυναμώσει και τη ΝΑΤΟϊκή διοικητική αρχιτεκτονική στην περιοχή.
Αντίστοιχα, η κατάργηση της ΑΣΔΕΝ ακυρώνει μια αποδεδειγμένα αποτελεσματική δομή επιτήρησης και αποτροπής στο Αιγαίο. Η ΑΣΔΕΝ δεν αποτελεί απλώς μια διοικητική μονάδα, αλλά ενιαίο στρατηγείο που ενοποιεί επιχειρησιακά τα νησιά, συντονίζει ενισχύσεις και λειτουργεί ως ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ τακτικών δυνάμεων και ΓΕΣ. Η αντικατάστασή της από την ΑΣΔΑΜ αποδυναμώνει τη διακλαδική λειτουργία, δημιουργεί διοικητικά κενά και υπονομεύει την αποτροπή στον πιο ευαίσθητο γεωπολιτικά χώρο. Η διάλυσή της συνιστά ρήγμα στην επιχειρησιακή συνοχή του ανατολικού χώρου.
Η προστιθέμενη αξία της ΑΣΔΕΝ επίσης, έγκειται στη βαθιά εξοικείωσή της με τη λογική του νησιωτικού επιχειρησιακού περιβάλλοντος. Δεν είναι απλώς ένα επιτελείο, αλλά φορέας γνώσης των ιδιαιτεροτήτων κάθε νησιού, κάθε μονάδας και κάθε σχηματισμού, που λειτουργούν ως Φάροι Εθνικής Αποτροπής. Η εμπειρία αυτή δεν μεταβιβάζεται αυτομάτως σε μια μη εξειδικευμένη περιφερειακή διοίκηση. Η μετατροπή της σε ΑΣΔΑΜ κινδυνεύει να αλλοιώσει τον αποτρεπτικό της ρόλο και να θολώσει το στρατηγικό μήνυμα της χώρας.
Και όλη αυτή η αναδιάταξη δεν γίνεται σε περίοδο ειρήνης, αλλά εν μέσω διεθνούς αστάθειας, με την Τουρκία να ενισχύει τον ηγεμονικό της ρόλο, την εθνικιστική της ρητορική και την επιθετική στρατιωτική της ισχύ. Η κατάργηση της 1ης Στρατιάς και της ΑΣΔΕΝ συνιστούν στρατηγικό λάθος και πλήττουν τη συνοχή, την ετοιμότητα και την αξιοπιστία αποτροπής.
Η Δομή Δυνάμεων δεν μπορεί να σχεδιάζεται σε κενό, αλλά με βάση τις δυνατότητες και τις προθέσεις αντιπάλου. Η Τουρκία διατηρεί επιθετική διάταξη με τη 4η Στρατιά στη Σμύρνη, κύρια αποβατική δύναμη, και την 1η Στρατιά στην Ανατολική Θράκη, με τρία Σώματα Στρατού για ταχεία δράση στον Έβρο. Οι σχηματισμοί αυτοί αποτελούν διακλαδικό σύστημα αποβατικής και χερσαίας ισχύος, ενισχυμένο από ειδικές δυνάμεις, αεροπορία και ναυτικές μονάδες.
Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, όταν ο αντίπαλος ενισχύει τις επιθετικές του δυνατότητες, η αποδόμηση κρίσιμων δομών δεν είναι εκσυγχρονισμός, αλλά πλάνη που υπονομεύει την αποτροπή και δίνει πρωτοβουλία κινήσεων.
Οι εξαγγελίες του κ. Δένδια για αλλαγή Δομής Δυνάμεων γίνονται χωρίς επικαιροποιημένη Πολιτική Εθνικής Άμυνας (Π.Ε.Α.), το θεσμικό κείμενο από το οποίο απορρέουν όλα τα άλλα καταστατικά κείμενα που διέπουν τη λειτουργία των Ενόπλων Δυνάμεων [Στρατιωτική Αξιολόγηση Κατάστασης (Σ.Α.Κ.), Εθνική Στρατιωτική Στρατηγική (ΕΘ.Σ.Σ.), Γενική Σχεδίαση Άμυνας της Χώρας (ΓΕ.Σ.Α.Χ.), Δομή Δυνάμεων (Δ.Δ.) κ.λπ.].
Χωρίς εγκεκριμένη Π.Ε.Α. από το ΚΥΣΕΑ, δεν υπάρχουν καταγεγραμμένοι στρατηγικοί και επιχειρησιακοί στόχοι. Συνεπώς, ποιο στρατηγικό υπόβαθρο στηρίζει την «Ατζέντα 2030»; Ποιο πρόβλημα λύνει και με ποιες επιπτώσεις στην ασφάλεια;
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι η Εθνική Άμυνα δεν είναι άσκηση επί χάρτου ούτε επικοινωνιακό πυροτέχνημα.
Δεν μπορεί να υποτάσσεται σε πρόχειρους σχεδιασμούς ή αποσπασματικές μεταρρυθμίσεις.
Η «νέα Δομή Δυνάμεων» δεν βασίζεται σε τεκμηριωμένη ανάλυση, ούτε εντάσσεται σε θεσμική ιεραρχία που να εξυπηρετεί το εθνικό συμφέρον. Αντίθετα, μοιάζει με διοικητικό πειραματισμό χωρίς δόγμα, επιχειρησιακή τεκμηρίωση ή εκτίμηση της απειλής.
Ο εκσυγχρονισμός των Ενόπλων Δυνάμεων είναι αναγκαίος, αλλά πρέπει να ξεκινά από στρατηγική καθοδήγηση, να καταλήγει σε επιχειρησιακή λογική και να βασίζεται σε ρεαλιστική αποτύπωση της απειλής. Όσοι αγνοούν τις συνέπειες των πειραματισμών τους στη συνοχή και αποτελεσματικότητα των Ενόπλων Δυνάμεων, φέρουν ακέραιη ευθύνη για το επιχειρησιακό κενό που θα προκύψει όταν η κρίση πάψει να είναι σενάριο επί χάρτου, αλλά πραγματικότητα.
- Ο Δρ. Κωνσταντίνος Π. Μπαλωμένος, είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, πρώην Γενικός Διευθυντής – Γενικής Διεύθυνσης Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΑΔΣ) Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ)
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.