Στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008 οι μετοχές των ευρωτραπεζών

Φρένο στις εξαγορές και συγχωνεύσεις το δεύτερο τρίμηνο


Οι μετοχές των μεγαλύτερων τραπεζών της Ευρώπης σκαρφάλωσαν αυτήν την εβδομάδα στα υψηλότερα επίπεδα από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, καθώς η απότομη άνοδος των μακροπρόθεσμων επιτοκίων ενισχύει σημαντικά τα κέρδη τους.

Όπως τονίζουν οι Financial Times, οι μεγάλες τράπεζες γνωρίζουν μια «αναγέννηση». Οι μετοχές της HSBC στο χρηματιστήριο του Λονδίνου έφτασαν σε ιστορικό υψηλό ενόψει της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων της αυτή την εβδομάδα, ενώ οι Barclays και Santander έφτασαν στα υψηλότερα επίπεδα από το 2008. Η ιταλική UniCredit ανέβηκε στο υψηλότερο επίπεδο από το 2011.

Η άνοδος αυτή σηματοδοτεί μια αντιστροφή της πορείας για έναν από τους πλέον απαξιωμένους τομείς των ευρωπαϊκών χρηματιστηριακών αγορών, ο οποίος δυσκολευόταν να ανακάμψει από τις προηγούμενες κρίσεις και να ανταγωνιστεί τις αμερικανικές τράπεζες.

«Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν μετατραπεί από παρίες σε αγαπημένα παιδιά του χρηματιστηρίου», δήλωσε στους F.T. ο Τζάστιν Μπίσεκερ, αναλυτής στην εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων Schroders.

Ένας συνδυασμός του «θετικού αντίκτυπου των υψηλότερων επιτοκίων στα έσοδα», του ευνοϊκού οικονομικού περιβάλλοντος και των μέτρων για αύξηση της αποδοτικότητας έχει ενισχύσει τις τραπεζικές αποδόσεις», πρόσθεσε ο Μπίσεκερ.

Παρότι οι τραπεζικές μετοχές υπέστησαν απότομη πτώση την Παρασκευή μετά την επιβολή δασμών από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ σε δεκάδες χώρες, οι τραπεζικές μετοχές του ευρωπαϊκού δείκτη Stoxx 600 παραμένουν ενισχυμένες κατά 34% από την αρχή του έτους. Η επίδοση αυτή υπερβαίνει εκείνη των αμερικανικών τραπεζών και πλησιάζει τα επίπεδα απόδοσης του 2021, με προοπτική να καταγράψει τη δυνατότερη χρονιά από το 2009.

Οι επενδυτές έχουν στραφεί σε ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές λόγω της αυξανόμενης οικονομικής αισιοδοξίας στην περιοχή, των βελτιωμένων προοπτικών για τα χαρτοφυλάκια δανείων τους, καθώς και των αποτιμήσεών τους που παραμένουν κάτω από εκείνες τραπεζικών κολοσσών των ΗΠΑ, όπως η JPMorgan και η Goldman Sachs.

Πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες μόλις πρόσφατα είδαν τις αποτιμήσεις τους να επιστρέφουν σε επίπεδα ίσα με την λογιστική τους αξία, ενώ η JPMorgan διαπραγματεύεται στις 2,4 φορές την λογιστική της αξία και η Goldman Sachs στις 2 φορές, σύμφωνα με στοιχεία της FactSet.

Οι τράπεζες «είναι φθηνές και βρίσκονται σε μοναδική θέση για να ωφεληθούν από την ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης», δήλωσε ο Λούκα Παολίνι, επικεφαλής στρατηγικής στην Pictet Asset Management.

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες, που ήταν υποκεφαλαιοποιημένες πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση, πέρασαν τα επόμενα χρόνια ενισχύοντας τα κεφαλαιακά τους αποθέματα σύμφωνα με τις απαιτήσεις των ρυθμιστικών αρχών, γεγονός που περιόρισε τις αποδόσεις προς τους μετόχους. Παράλληλα, μια δεκαετία με μηδενικά ή αρνητικά επιτόκια κατέστησε εξαιρετικά δύσκολη την κερδοφορία.

Αυτό άλλαξε μετά την πανδημία της Covid-19, όταν οι κεντρικές τράπεζες άρχισαν να αυξάνουν τα επιτόκια για να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό και ανέστρεψαν τα τεράστια προγράμματα αγοράς ομολόγων τους.

Τα μακροπρόθεσμα επιτόκια αυξήθηκαν ραγδαία. Οι αποδόσεις των 30ετών γερμανικών ομολόγων βρίσκονται πλέον 1,3 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από τις διετείς αποδόσεις, ενώ πριν από δύο χρόνια ήταν χαμηλότερες. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το περιθώριο αυτό ξεπερνά τις 1,5 ποσοστιαίες μονάδες.

Αυτό έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους των τραπεζών — δηλαδή τη διαφορά μεταξύ όσων κερδίζουν από δάνεια και λοιπά περιουσιακά στοιχεία και όσων πληρώνουν για καταθέσεις — γεγονός που αποτελεί βασικό μοχλό της κερδοφορίας τους. Όσες διαθέτουν δραστηριότητες trading επωφελήθηκαν φέτος από την άνοδο της μεταβλητότητας λόγω της οικονομικής πολιτικής του Τραμπ.

 

Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.‌‌

Ροή Ειδήσεων