Χρηματιστήριο: Πώς «γέννησε» πάνω από 40 δισ. ευρώ σε 18 μήνες

Όταν τον Φεβρουάριο του 2024 ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών ξεκινούσε να διαπραγματεύεται στο ταμπλό του ΧΑ, η συνολική κεφαλαιοποίηση της ελληνικής κεφαλαιαγοράς προσέγγιζε το ψυχολογικό όριο των 100 δισ. ευρώ, μετά τη μεγάλη άνοδο τιμών που είχε προηγηθεί την προηγούμενη χρονιά.
Σήμερα, ενάμισι έτος από τότε, η χρηματιστηριακή αξία του ΧΑ έχει εκτιναχθεί στα 132,4 δισ. ευρώ (η αξία των όποιων νέων εισαγωγών αντισταθμίζεται, ή και υπερακοντίζεται από τις εξόδους άλλων, όπως των ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, Epsilon Net, Entersoft κ.λπ.), δημιουργώντας μια υπεραξία άνω των 32,4 δισ. ευρώ. Στο προαναφερθέν ποσό θα πρέπει να προστεθούν άλλα περίπου 9,2 δισ. ευρώ που είναι τα συνολικά μερίσματα και οι επιστροφές κεφαλαίου στις οποίες προχώρησαν οι εισηγμένες εταιρείες κατά τη διετία 2024-2025 (4,2 δισ. ευρώ πέρυσι και εκτίμηση για 5 δισ. ευρώ σε ολόκληρη τη φετινή χρονιά).
Με άλλα λόγια, οι επενδυτές του ΧΑ αύξησαν μέσα σε περίπου 18 μήνες την περιουσία τους κατά περισσότερο από 40 δισ. ευρώ, πλην όμως -όπως εκτιμάται- ένα σχετικά περιορισμένο τμήμα αυτού κατευθύνθηκε στο αποκαλούμενο εγχώριο επενδυτικό κοινό (retail).
Γιατί έχει συμβεί αυτό;
Πρώτον, επειδή το μεγαλύτερο τμήμα των ελληνικών μετοχών κατέχεται από ξένους. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του φετινού Ιουνίου, το 68,81% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του ΧΑ κατέχεται από επενδυτές του εξωτερικού και μόλις το 31,19% από Έλληνες.
Δεύτερον, διότι ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του ελληνικού 31,19% ελέγχεται είτε από βασικούς μετόχους εισηγμένων εταιρειών είτε από εγχώρια θεσμικά χαρτοφυλάκια, οπότε το ποσοστό συμμετοχής των αποκαλούμενων μικροεπενδυτών κυμαίνεται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.
Και, τρίτον, επειδή κατά τα τελευταία πέντε χρόνια οι όποιες κεφαλαιακές εισροές στα Μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια Εσωτερικού ήταν ιδιαίτερα πενιχρές.
Συγκεκριμένα, ακόμη ένα χαρακτηριστικό στοιχείο που περιορίζει τη συμμετοχή του εγχώριου retail στην εκτόξευση των μετοχικών αξιών κατά τα τελευταία χρόνια (βλέπε αύξηση Γενικού Δείκτη στο +210% κατά την τελευταία πενταετία, από τις 634,32 στις 1.970,24 μονάδες) είναι το ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό «φρέσκου χρήματος» που τοποθετήθηκε αυτό το χρονικό διάστημα στα Μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια Εσωτερικού.
Ειδικότερα, εκτιμάται ότι οι εισροές στα Μετοχικά Α/Κ Εσωτερικού αποτέλεσαν κατά την τελευταία πενταετία μικρό μονοψήφιο ποσοστό επί των συνολικών εισροών, οι οποίες κατά κύριο λόγο επικεντρώθηκαν στα Ομολογιακά Α/Κ Εξωτερικού και ιδιαίτερα στα συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας (Target Maturity).
Από εκεί και μετά, τίθεται θέμα επιμέρους μετοχικών επιλογών κάθε επενδυτή, καθώς -όπως λέγεται- σημαντικό ποσοστό του ελληνικού retail έχει υποχρεωθεί σε χαμηλότερες αποδόσεις σε σύγκριση με την αντίστοιχη πορεία του Γενικού Δείκτη.
Μάλιστα, δεν λείπουν και τα παραδείγματα επενδυτών που είναι ουσιαστικά «εγκλωβισμένοι» σε εταιρείες χαμηλής κεφαλαιοποίησης και εμπορευσιμότητας, οι οποίες κατά κανόνα δεν συμμετείχαν στο… πάρτι, πράγμα που έγινε για διάφορους λόγους και με άλλους τίτλους.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.