Deutsche Bank 200 χρόνια επενδύσεων: «Οι μετοχές πάντα κερδίζουν – αλλά όχι στο Χρηματιστήριο Αθηνών»
Η Deutsche Bank αναλύει πώς οι μετοχές σχεδόν πάντα κερδίζουν μακροπρόθεσμα και γιατί η Ελλάδα αποτελεί την εξαίρεση – Ποιες αγορές αποδίδουν καλύτερα
Η πιθανότητα να χάσει ένας επενδυτής τα χρήματά του επενδύοντας σε μετοχές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα είναι εξαιρετικά μικρή, σύμφωνα με ανάλυση της Deutsche Bank, η οποία μελέτησε τα δεδομένα των τελευταίων 200 ετών. Ωστόσο, η Ελλάδα αποτελεί μία από τις σπάνιες εξαιρέσεις, καθώς οι μετοχές της έχουν χάσει περίπου το 90% της αξίας τους από τα υψηλά του 1999 και δεν έχουν καταφέρει να ανακάμψουν.
Η μελέτη της γερμανικής τράπεζας, προσαρμοσμένη στον πληθωρισμό και εκφρασμένη σε δολάρια, δείχνει ότι οι μετοχές αποδίδουν ιστορικά 4,9% ετησίως, τα κρατικά ομόλογα 2,6%, τα έντοκα γραμμάτια 1,9%, ενώ ο χρυσός μόλις 0,4%. Σε μικτό χαρτοφυλάκιο 60% μετοχές και 40% ομόλογα, η μέση απόδοση φτάνει το 4,2% ετησίως.
Ο «κανόνας των 25 ετών»
Η Deutsche Bank υπογραμμίζει ότι οι επενδυτές ανταμείβονται σχεδόν πάντα όταν διατηρούν μακροπρόθεσμη τοποθέτηση, εκμεταλλευόμενοι τον ανατοκισμό μερισμάτων και κουπονιών. Σε ορίζοντα 25ετίας, η πιθανότητα να βρεθεί κάποιος με λιγότερα χρήματα απ’ ό,τι αν τα κρατούσε εκτός αγοράς είναι μόλις 0,8%. Οι αρνητικές αποδόσεις σε τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα είναι σπάνιες και εμφανίζονται μόνο σε ακραίες συνθήκες.
Μία από αυτές είναι η ελληνική περίπτωση. Σύμφωνα με τη Deutsche Bank, μόνο δύο αγορές διεθνώς καταγράφουν πτώση που διαρκεί πάνω από 25 χρόνια: η Ελλάδα και η Κένυα. Το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει απολέσει έως και 90% της αξίας του από το 1999 ως τα χαμηλά του 2011 και, παρότι έχει περάσει ένα τέταρτο του αιώνα, εξακολουθεί να υπολείπεται κατά περίπου 72% από τα ιστορικά του υψηλά. «Ο δρόμος για την ανάκαμψη είναι ακόμη μακρύς», σχολιάζει χαρακτηριστικά η έκθεση.
Οι χώρες με τις υψηλότερες αποδόσεις
Ιστορικά, οι πιο σταθερές οικονομίες προσέφεραν και τις καλύτερες αποδόσεις. Η Σουηδία κατέχει την πρώτη θέση με μέση ετήσια απόδοση 7,5% τον τελευταίο αιώνα, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες ακολουθούν με 7,2%. Στα ομόλογα, η Δανία εμφανίζει τις υψηλότερες αποδόσεις, φτάνοντας το 3,5% κατά μέσο όρο.
Αντίθετα, η Ιταλία συγκαταλέγεται στις ασθενέστερες αγορές, με μόλις 2,5% απόδοση στις μετοχές και -1,1% στα ομόλογα, κυρίως λόγω πολιτικής αστάθειας. Ωστόσο, την τελευταία πενταετία, οι ιταλικές μετοχές έχουν σημειώσει θεαματική ανάκαμψη, προσφέροντας μέση πραγματική απόδοση 12,2% ετησίως – την υψηλότερη μεταξύ των ανεπτυγμένων αγορών.
Ο ρόλος του χρυσού και το επενδυτικό ρίσκο
Παρότι ο χρυσός θεωρείται ασφαλές καταφύγιο, μακροπρόθεσμα υπολείπεται σημαντικά των μετοχών και των ομολόγων. Από το 2000, ωστόσο, έχει υπεραποδώσει με μέση πραγματική απόδοση 7,45% ετησίως, ξεπερνώντας τις μετοχές ΗΠΑ, Γερμανίας και Ηνωμένου Βασιλείου.
Η μελέτη της Deutsche Bank καταλήγει ότι το ρίσκο μειώνεται όσο μεγαλώνει ο επενδυτικός ορίζοντας. Σε 25 χρόνια, οι πιθανότητες να αποτύχουν οι μετοχές να ξεπεράσουν τα μετρητά είναι κάτω από 1%, ενώ σε πενταετία αυξάνονται στο 13,6%. Αντίστοιχα, οι πιθανότητες υποαπόδοσης έναντι του πληθωρισμού φτάνουν το 25,8% στη 5ετία και περιορίζονται στο 7,5% στη 25ετία.
Τα ομόλογα, από την άλλη, έχουν περίπου 25% πιθανότητα να μην ξεπεράσουν τον πληθωρισμό σε οποιονδήποτε χρονικό ορίζοντα. Ιστορικά, το κλασικό χαρτοφυλάκιο «60/40» (μετοχές/ομόλογα) εμφανίζει τη χαμηλότερη πιθανότητα ζημίας, μόλις 0,1% σε ορίζοντα 25 ετών.
– FinanceNews.gr
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.




