Eurobank: Πόσο «πιέζονται» τα νοικοκυριά από πληθωρισμό και φορολογικό βάρος – FinanceNews.gr

Η Μονάδα Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας της Eurobank εξέδωσε μελέτη με τίτλο «Πληθωρισμός και Φορολογική Επιβάρυνση των Νοικοκυριών».
Ισχυρές επιδόσεις φέρνουν αναθεώρηση: Η UBS βλέπει υψηλότερα τη Eurobank
Η μεγάλη πλειοψηφία του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών προσώπων στην Ελλάδα (σχεδόν το 70% το 2023) προέρχεται από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις, με την επιχειρηματική δραστηριότητα -σε μεγάλη απόσταση- να έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη συνεισφορά (9%). Συνολικά, για κάθε 5 ευρώ εισοδήματος που δηλώνουν τα φυσικά πρόσωπα, τα 4 από αυτά υπάγονται στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των μισθωτών, η οποία είναι έντονα προοδευτική: Καθώς τα εισοδήματα των φορολογούμενων αυξάνονται και υπερβαίνουν ορισμένα κατώφλια, φορολογούνται με ολοένα υψηλότερους συντελεστές.
Μία παρενέργεια των προοδευτικών συστημάτων είναι η λεγόμενη «ολίσθηση κλιμακίου», δηλαδή η αυτόματη αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των νοικοκυριών, εντονότερη σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού στο βαθμό στον οποίο η φορολογική κλίμακα δεν τιμαριθμοποιείται: Τυχόν αυξήσεις στα ονομαστικά εισοδήματα που μπορεί απλώς να αντισταθμίζουν μέρος της απώλειας της αγοραστικής τους δύναμης λόγω της αύξησης του επιπέδου των τιμών, ενδέχεται να οδηγήσουν τους φορολογούμενους σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια αυξάνοντας δυσανάλογα το φόρο που πληρώνουν, ακόμα και αν το πραγματικό τους εισόδημα έχει μειωθεί.
Ακόμα και νοικοκυριά με αμετάβλητες ονομαστικές αποδοχές επηρεάζονται από την ολίσθηση κλιμακίου, καθώς η αγοραστική τους δύναμη μειώνεται, αλλά ο φόρος που τους καταλογίζεται παραμένει ο ίδιος. Συνεπώς, η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας αποτελεί μια μορφή πληθωριστικού φόρου, η οποία ενισχύει τα φορολογικά έσοδα του Κράτους ενώ παράλληλα μειώνει τη συνολική ζήτηση, συγκρατώντας τις πληθωριστικές πιέσεις.
Η παρούσα έκθεση αναλύει τις συνέπειες των έντονων πληθωριστικών διαταραχών της περιόδου 2022-23 στη φορολογική επιβάρυνση των εισοδημάτων από μισθωτές υπηρεσίες, συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα.
Ειδικότερα, εξετάζουμε τρία σενάρια τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας (πλήρης προσαρμογή βάσει του πληθωρισμού, μερική προσαρμογή βάσει του πυρήνα του πληθωρισμού, ηπιότερη μερική προσαρμογή βάσει του παραδείγματος της Πορτογαλίας) και εστιάζουμε σε τέσσερις τομείς:
Πρώτον, υπολογίζουμε ποσοτικά τη συμβολή της μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας στην καταγραφείσα αύξηση των φορολογικών εσόδων και εκτιμάμε την επίδραση που θα είχε επιφέρει μια τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας στα μεγέθη του προϋπολογισμού του 2023.
Δεύτερον, εξετάζουμε πώς επηρεάστηκαν τα διαθέσιμα εισοδήματα των δύο βασικών κατηγοριών επαγγελματιών (μισθωτοί/συνταξιούχοι και ελεύθεροι επαγγελματίες / ιδιοκτήτες ατομικών επιχειρήσεων) από τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας.
Τρίτον, αναλύουμε πώς διαφοροποιούνται οι επιπτώσεις της ανά εισοδηματικό κλιμάκιο. Τέταρτον, συγκρίνουμε τη φορολογική επιβάρυνση αντιπροσωπευτικών εισοδημάτων στην Ελλάδα με την αντίστοιχη σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.
Χρησιμοποιώντας στοιχεία της ΑΑΔΕ, υπολογίζουμε ότι η φορολογική επιβάρυνση των εισοδημάτων από μισθωτές υπηρεσίες, συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή ο αναλογών φόρος ως ποσοστό των αντίστοιχων φορολογούμενων εισοδημάτων, αυξήθηκε από το 9,9% το 2021 στο 11,1% το 2023.
Με βάση τις εκτιμήσεις μας, το 37% της αύξησης αυτής προήλθε από τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας. Πιο συγκεκριμένα, εκτιμάμε ότι αν η κλίμακα είχε τιμαριθμοποιηθεί πλήρως, τα φορολογικά έσοδα από τις προαναφερθείσες κατηγορίες εισοδημάτων για το 2023 θα ήταν κατά 9,2% χαμηλότερα, υποθέτοντας ότι η συμπεριφορά των νοικοκυριών θα παρέμενε αμετάβλητη.
Αν και δεν διαθέτουμε ακόμα στοιχεία, δεδομένης της σωρευτικής επίδρασης του πληθωρισμού, το ποσοστό αυτό αναμένεται να είναι ακόμα μεγαλύτερο το 2024.
Σύμφωνα όμως με ευρήματα σχετικών μελετών, η μείωση των οριακών φορολογικών συντελεστών οδηγεί σε αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης και μείωση της αδήλωτης εργασίας και της φοροδιαφυγής, προκαλώντας δευτερογενείς επιδράσεις που αντισταθμίζουν μέρος της απώλειας των εσόδων λόγω των χαμηλότερων συντελεστών, ή εν προκειμένω, της τιμαριθμοποίησης της κλίμακας.
Αν ενσωματώσουμε αυτές τις συμπεριφορικές αντιδράσεις στους υπολογισμούς μας, η ανάλυση δείχνει ότι ακόμη και υπό πλήρη τιμαριθμοποίηση, η απώλεια εσόδων φθάνει τα €0,81 δισ. το 2023 και σχεδόν €1 δισ. το 2025 (περίπου 0,4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ), αλλά ακόμη και σε αυτό το σενάριο, το πρωτογενές πλεόνασμα δεν υποχωρεί κάτω από το όριο του 2,0% του ΑΕΠ.
Με μερική προσαρμογή της κλίμακας ανάλογη με αυτή της Πορτογαλίας, η απώλεια περιορίζεται σε περίπου €0,5 δισ. για το 2023 και €0,60 δισ. για το 2025, δηλαδή 0,22% και 0,20% του ΑΕΠ αντίστοιχα, με το πρωτογενές πλεόνασμα να διατηρείται πάνω από το κρίσιμο όριο του 2,0% του ΑΕΠ. Μια σχετικά πιο ήπια τιμαριθμοποίηση αναδεικνύεται επομένως ως μια ενδιάμεση πολιτική επιλογή, η οποία ισορροπεί την ανάγκη ανακούφισης των φορολογουμένων -ιδίως των μεσαίων εισοδηματικών στρωμάτων που πλήττονται εντονότερα από την ολίσθηση- με τη διατήρηση της δημοσιονομικής ευστάθειας.
Η στοχαστική ανάλυση Monte Carlo, με 10.000 επαναλήψεις και παραμετρική αβεβαιότητα στον βαθμό τιμαριθμοποίησης και την ελαστικότητα, επιβεβαιώνει ότι το εύρος της απώλειας παραμένει διαχειρίσιμο, με το πρωτογενές αποτέλεσμα να κυμαίνεται μεταξύ 2,13% και 2,23% του ΑΕΠ.
**Συγγραφείς της μελέτης είναι οι Δρ. Τάσος Αναστασάτος, Επικεφαλής Οικονομολόγος, Δρ. Θεόδωρος Ράπανος, Ερευνητής Οικονομολόγος και Δρ. Θεόδωρος Σταματίου, Ανώτερος Οικονομολόγος.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.