Fitch: Αναβάθμισε την ελληνική οικονομία αναθεωρώντας σε «θετικό» το outlook – Διατηρεί στο «BBB-» – FinanceNews.gr

Fitch: Το βράδυ της Παρασκευής ο οίκος έστειλε σήμα για νέα αναθεώρηση της Ελλάδας μέσα στους επόμενους μήνες, αναβαθμίζοντας σε θετικές από σταθερές τις προοπτικές για το ελληνικό αξιόχρεο. Ο Fitch διατήρησε την αξιολόγηση της Ελλάδας στο BBB-.
Ειδικότερα, στην έκθεσή της η Fitch αναφέρει τα εξής:
Η αναθεώρηση της προοπτικής της αξιολόγησης της Ελλάδας αντανακλά τους εξής βασικούς παράγοντες αξιολόγησης:
Μεγάλο Δημοσιονομικό Πλεόνασμα: Η Ελλάδα κατέγραψε δημοσιονομικό πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ το 2024 και πρωτογενές πλεόνασμα 4,8%, με το τελευταίο να υπερβαίνει σημαντικά τον αρχικό στόχο της κυβέρνησης για 1%. Το αποτέλεσμα αυτό είναι καλύτερο και από τις εκτιμήσεις της Fitch και αντιπροσωπεύει αξιοσημείωτη βελτίωση σε σχέση με το έλλειμμα 1,4% του 2023. Επίσης, συγκρίνεται ευνοϊκά με το μέσο έλλειμμα του επιπέδου αξιολόγησης ‘BBB’, που είναι 3,7%. Κατά την άποψη της Fitch, η υπεραπόδοση αυτή αντανακλά διαρθρωτικές δημοσιονομικές βελτιώσεις, κυρίως μέσω της καλύτερης είσπραξης φόρων εξαιτίας προηγούμενων φορολογικών μέτρων και αυστηρού ελέγχου δαπανών. Δεδομένης αυτής της ισχυρής αφετηρίας, η Fitch προβλέπει δημοσιονομικά πλεονάσματα και για το 2025 και 2026, αν και κάτω του 1%. Τον Απρίλιο του 2025, η κυβέρνηση ανακοίνωσε δημοσιονομική χαλάρωση ύψους 1 δισ. ευρώ (0,5% του ΑΕΠ) για την ενίσχυση των επενδύσεων και τη στήριξη των συνταξιούχων και των ενοικιαστών κατοικιών.
Απότομη Πτώση του Δημόσιου Χρέους: Το δημοσιονομικό πλεόνασμα και η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% οδήγησαν σε μείωση του λόγου ακαθάριστου χρέους γενικής κυβέρνησης προς ΑΕΠ κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες το 2024, φτάνοντας στο 154%. Αν και εξακολουθεί να είναι σχεδόν 3 φορές υψηλότερο από τον μέσο όρο της κατηγορίας ‘BBB’ (52%), είναι περισσότερο από 50 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από την κορύφωση του 2020 (209%). Η Ελλάδα έχει επιτύχει τη μεγαλύτερη μείωση χρέους μετά την πανδημία μεταξύ των κρατών με αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας της Fitch. Επιπλέον, τα ταμειακά διαθέσιμα παραμένουν υψηλά, στα περίπου 36 δισ. ευρώ (16% του ΑΕΠ), επαρκή για να καλύψουν όλες τις λήξεις χρέους για τα επόμενα τρία έτη. Αναμένουμε ότι η ταχεία μείωση του χρέους θα συνεχιστεί μεσοπρόθεσμα, με τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ να προσεγγίζει το 120% έως το 2030 στο βασικό μας σενάριο.
Συνετό και Αξιόπιστο Δημοσιονομικό Πλαίσιο: Τα δημοσιονομικά αποτελέσματα του 2024 υπογραμμίζουν τη σταθερή δέσμευση της κυβέρνησης για δημοσιονομική σύνεση. Η τελευταία επίσημη δημοσιονομική πρόβλεψη, δηλαδή η επικαιροποίηση του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Πλαισίου τον Μάιο του 2025, ευθυγραμμίζεται πλήρως με το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ. Ο σωρευτικός ρυθμός αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών για το 2024-2025 —η νέα βασική δημοσιονομική μεταβλητή— αναθεωρήθηκε προς τα κάτω στο 4,2% από τον αρχικό στόχο του 6,5%. Εκτιμούμε ότι η δέσμευση της κυβέρνησης για μικρά δημοσιονομικά ελλείμματα και σταδιακή μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ είναι ιδιαίτερα αξιόπιστη, με θεμέλιο την πορεία της μετα-πανδημικής περιόδου.
Περιορισμένοι Κίνδυνοι Από Δαπάνες: Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διατηρεί ισχυρή δημόσια υποστήριξη από τις εκλογές του 2023. Ωστόσο, η αργή πρόοδος στην έρευνα για το σοβαρό σιδηροδρομικό δυστύχημα του Φεβρουαρίου 2023 προκάλεσε νέο κύμα δημόσιων διαμαρτυριών στις αρχές του 2025. Πέρα από τις άμεσες πολιτικές συνέπειες, η λαϊκή δυσαρέσκεια θα μπορούσε να αυξήσει τις πιέσεις προς την κυβέρνηση για πιο έντονη δημοσιονομική χαλάρωση.
Η Ελλάδα έχει παραδοσιακά υψηλότερες αμυντικές δαπάνες από τους περισσότερους ευρωπαίους εταίρους της, κοντά στο 3% του ΑΕΠ σύμφωνα με τον ορισμό του ΝΑΤΟ. Ως εκ τούτου, υπάρχει μικρότερη πίεση για περαιτέρω αύξηση αυτών των δαπανών, γεγονός που περιορίζει τους δημοσιονομικούς κινδύνους μεσοπρόθεσμα.
Χαμηλοί Κίνδυνοι Χρηματοδότησης: Το ευνοϊκό προφίλ χρέους της Ελλάδας, με μακροχρόνια μέση διάρκεια (19 έτη), ευνοϊκά επιτόκια και υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, μειώνει σημαντικά τους κινδύνους από τις αγορές και λειτουργεί ως «μαξιλάρι» έναντι σοκ από πιο ασταθείς αγορές ομολόγων. Το έμμεσο επιτόκιο επί του συνολικού χρέους ανέρχεται περίπου στο 1,5%, συμπεριλαμβανομένου του αντικτύπου από αναβαλλόμενα επιτόκια, πολύ χαμηλότερο από τον ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, που εκτιμάται περίπου στο 4%.
Ανθεκτική Οικονομική Ανάπτυξη: Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3% το 2024, τον ίδιο ρυθμό με το 2023, κυρίως λόγω της εγχώριας ζήτησης. Η κατανάλωση των νοικοκυριών υποστηρίχθηκε από την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ενώ οι επενδύσεις συνέχισαν να αυξάνονται δυναμικά, εν μέρει λόγω των επιχορηγήσεων και δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης (Next Generation EU). Οι καθαρές εξαγωγές είχαν μικρή αρνητική συμβολή στην ανάπτυξη, κυρίως λόγω του υψηλού ποσοστού εισαγόμενων αγαθών στις επενδύσεις.
Προβλέπουμε ότι η ανάπτυξη θα παραμείνει πάνω από 2% το 2025 και 2026, πολύ υψηλότερα από την πρόβλεψή μας για την ευρωζώνη (0,4%). Οι άμεσοι κίνδυνοι για την Ελλάδα από τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο είναι περιορισμένοι, καθώς οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αποτελούν μόλις το 4% των συνολικών εξαγωγών, αρκετά κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, ένα πιο σοβαρό σοκ στις μεγάλες οικονομίες της ΕΕ θα μπορούσε να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην Ελλάδα.
Η αξιολόγηση «BBB-» της Ελλάδας αντανακλά επίσης τους εξής βασικούς παράγοντες αξιολόγησης:
Θεμελιώδη Πλεονεκτήματα και Αδυναμίες Πιστοληπτικής Ικανότητας: Η αξιολόγηση υποστηρίζεται από τα επίπεδα κατά κεφαλήν εισοδήματος που υπερβαίνουν τον μέσο όρο της βαθμίδας ‘BBB’, καθώς και από δείκτες διακυβέρνησης που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με τον μέσο όρο της κατηγορίας. Επιπλέον, υπάρχει αξιόπιστο πλαίσιο πολιτικής, ενισχυμένο από τη συμμετοχή στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Η δημοσιονομική και μακροοικονομική προσαρμογή έχει επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια, βασιζόμενη σε βελτιούμενα θεμελιώδη στοιχεία και αυξημένη αξιοπιστία πολιτικής.
Αυτά τα πλεονεκτήματα αντισταθμίζονται από την κληρονομιά της κρίσης χρέους, ειδικά το πολύ υψηλό —αν και σταθερά μειούμενο— δημόσιο χρέος, καθώς και από τη σημαντική απώλεια οικονομικής παραγωγής, τις επίμονες εξωτερικές ανισορροπίες και τα ληξιπρόθεσμα ενδεχόμενα υποχρεώσεων από τον τραπεζικό τομέα.
Ευρύ και Επίμονο Έλλειμμα Τρεχουσών Συναλλαγών (CAD): Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών (CAD) διαμορφώθηκε στο 6,4% του ΑΕΠ το 2024, πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο της βαθμίδας ‘BBB’ (0,3%) και ελάχιστα αυξημένο σε σύγκριση με το 6,2% του 2023. Το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά σχεδόν 3 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω της αύξησης των εισαγωγών βιομηχανικών και κεφαλαιουχικών αγαθών, ενώ το πλεόνασμα από τον τουρισμό αυξήθηκε μόνο οριακά. Σε διαρθρωτικό επίπεδο, ο χαμηλός δείκτης αποταμίευσης είναι ο κύριος λόγος για το σημαντικό CAD, ενώ οι επενδύσεις με έντονο εισαγωγικό χαρακτήρα αναμένεται να εντείνουν περαιτέρω την πίεση μεσοπρόθεσμα. Η συμμετοχή στην ευρωζώνη μειώνει τους κινδύνους εξωτερικής χρηματοδότησης και η Fitch δεν αναμένει διαταραχές στις εξωτερικές ροές κεφαλαίων.
Ενισχυμένος Τραπεζικός Τομέας: Η Fitch αναβάθμισε κατά μία βαθμίδα τις αξιολογήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών τον Μάρτιο του 2025, αντανακλώντας τη βελτίωση του λειτουργικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα και των πιστοληπτικών προφίλ των τραπεζών. Αυτό περιλαμβάνει πιο σταθερή κερδοφορία, την ολοκλήρωση των προσπαθειών εξυγίανσης των ισολογισμών, ενισχυμένες κεφαλαιακές θέσεις και σταθερή βάση χρηματοδότησης από καταθέσεις. Η Fitch αναμένει ότι τα έσοδα από δάνεια και προμήθειες θα συνεχίσουν να αυξάνονται μεσοπρόθεσμα, παρά τη μεταβλητότητα των αγορών. Οι εξαγορές θα ενισχύσουν μέτρια τη διεθνή παρουσία και τη διαφοροποίηση εσόδων, αν και η κύρια δραστηριότητα των τραπεζών θα παραμείνει εστιασμένη στην εσωτερική αγορά.
Σχέση Κράτους-Τραπεζών: Παρά τις βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα, παραμένει μια ιδιαιτέρως στενή σύνδεση μεταξύ του κράτους και των τραπεζών λόγω του μεγάλου ποσοστού των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTCs) στο κεφάλαιο των τραπεζών — περίπου 12 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 50% του κοινού μετοχικού κεφαλαίου Tier 1 (Δεκ. 2024). Οι DTCs παραμένουν ενδεχόμενη υποχρέωση για το ελληνικό κράτος, κάτι που δεν παρατηρείται σε καμία άλλη χώρα της ευρωζώνης. Τα πρόσφατα σχέδια των τραπεζών για επιτάχυνση της απόσβεσης των DTCs αναμένεται να βοηθήσουν στην εξομάλυνση της κεφαλαιακής τους δομής τα επόμενα χρόνια.
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε αρνητική ενέργεια αξιολόγησης / υποβάθμιση:
-Δημόσια Οικονομικά: Μη σταθεροποίηση του λόγου χρέους γενικής κυβέρνησης προς ΑΕΠ, για παράδειγμα λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης ή υλοποίησης σημαντικών ενδεχόμενων υποχρεώσεων.
-Μακροοικονομικοί / Εξωτερικοί Παράγοντες: Ένα σοβαρό αρνητικό σοκ που θα επηρέαζε τις μεσοπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας και/ή θα επιδείνωνε τις εξωτερικές ανισορροπίες.
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε θετική ενέργεια αξιολόγησης / αναβάθμιση:
-Δημόσια Οικονομικά: Αύξηση της εμπιστοσύνης ότι η ταχεία μείωση του λόγου χρέους γενικής κυβέρνησης προς ΑΕΠ θα συνεχιστεί μεσοπρόθεσμα, υποστηριζόμενη από σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα.
-Μακροοικονομικά: Βελτίωση των μεσοπρόθεσμων αναπτυξιακών προοπτικών και επιδόσεων, για παράδειγμα μέσω αύξησης των επενδύσεων και/ή υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.