Morgan Stanley: Γιατί «ξαναβλέπει» τον ΟΤΕ, η προοπτική για re-rating
Η Morgan Stanley επανεκκινεί την κάλυψη του ΟΤΕ με σύσταση “Overweight” και τιμή-στόχο €20,00 ανά μετοχή, αποτιμώντας περιθώριο ανόδου 25% σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα των €16,02.
Η ανάλυση περιγράφει τον ΟTΕ ως «καθαρό ελληνικό τηλεπικοινωνιακό παίκτη» μετά την οριστική αποχώρησή του από τη Ρουμανία και υπογραμμίζει ότι η εταιρεία βρίσκεται σε θέση να προσφέρει συνολική απόδοση μετόχων 45% σε ορίζοντα πενταετίας.
Η έξοδος από τις διεθνείς αγορές μετατρέπει τον ΟTΕ σε μια καθαρά ελληνική εταιρεία τηλεπικοινωνιών, γεγονός που -σύμφωνα με τη Morgan Stanley- απλοποιεί το equity story, μειώνει την έκθεση σε συναλλαγματικούς κινδύνους και ενισχύει την ορατότητα των ταμειακών ροών.
Ο ΟTΕ διαθέτει το καλύτερο δίκτυο κινητής στη χώρα και κυριαρχεί σε μια τριπολική αγορά (μαζί με Nova και Vodafone), όπου η τιμολογιακή ισορροπία παραμένει ισχυρή. Η μετάβαση των καταναλωτών από καρτοκινητή σε συμβόλαιο και η αυξανόμενη χρήση δεδομένων προβλέπεται να στηρίξουν μέση ετήσια αύξηση εσόδων κινητής +2,8% έως το 2030.
Ισχυρή παραγωγή ταμειακών ροών – απόδοση 8,5% το 2026
Η Morgan Stanley προβλέπει ότι ο ΟTΕ θα παράγει ελεύθερες ταμειακές ροές (FCF) αυξανόμενες με ρυθμό +10% ετησίως καθώς μειώνονται οι κεφαλαιουχικές δαπάνες μετά την ολοκλήρωση του δικτύου FTTH. Η απόδοση μη μοχλευμένων ταμειακών ροών (unlevered FCF yield) διαμορφώνεται σε 8,5% για το 2026, έναντι 6% του μέσου ευρωπαϊκού όρου, ενώ το EV/EBITDA για το ίδιο έτος εκτιμάται στις 4,9 φορές, με έκπτωση περίπου 37% έναντι των peers.
Η εταιρεία εμφανίζει πολύ χαμηλή μόχλευση (Net Debt/EBITDA 0,4 φορές), κάτι που, κατά τη Morgan Stanley, της προσφέρει περιθώριο να ενισχύσει τη μερισματική πολιτική ή να εξετάσει στοχευμένες επενδύσεις σε συμπληρωματικούς τομείς όπως data centers και ψηφιακές υπηρεσίες.
Πολιτική απόδοσης κεφαλαίου έως 95% των ελεύθερων ροών
Ο ΟTΕ διανέμει 70%-100% των ελεύθερων ταμειακών ροών μέσω μερισμάτων και επαναγορών ιδίων μετοχών, με την αναλογία 65%-35% να διατηρείται σταθερή. Η Morgan Stanley αναμένει μέρισμα €0,83 το 2025 και €0,93 το 2026, με απόδοση 5,2% και 5,8% αντίστοιχα, ενώ η συνολική απόδοση μετόχων (dividend + buybacks) αναμένεται να διαμορφωθεί γύρω στο 10% έως το 2027, επίπεδο που υπερβαίνει την απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου (3,3%). Το χαμηλό κόστος δανεισμού (περίπου 2%) και η σταθερή φορολογική επιβάρυνση (22%) διασφαλίζουν, κατά τον οίκο, πλήρη κάλυψη των διανομών από τις ταμειακές ροές.
Το μοντέλο προεξόφλησης ταμειακών ροών (DCF) της Morgan Stanley βασίζεται σε WACC 10,1% και μακροπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης 1,25%, ελαφρώς υψηλότερο από τον μέσο όρο ευρωπαϊκών εταιρειών λόγω του αναδυόμενου χαρακτήρα της ελληνικής αγοράς.
Η τιμή-στόχος των €20,00 αντιστοιχεί σε ανοδικό περιθώριο 25%, ενώ στο αισιόδοξο σενάριο (bull case) η αξία ανά μετοχή θα μπορούσε να φτάσει τα €28,30 (+77%), εφόσον επιταχυνθεί η μετάβαση σε postpaid συμβόλαια και αυξηθεί η ζήτηση για συνδέσεις οπτικής ίνας.
Στο δυσμενές σενάριο (bear case), η τιμή υπολογίζεται στα €13,80 (-14%), σε περίπτωση αυξημένου ανταγωνισμού και υποτονικής ανάπτυξης εσόδων. Η Morgan Stanley επισημαίνει πως παρότι ο ΟTΕ διαπραγματεύεται με εκπτώσεις πολλαπλασιαστών σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τηλεπικοινωνίες, η σταθερότητα των ταμειακών ροών και η χαμηλή μόχλευση δικαιολογούν επανεκτίμηση (re-rating) της μετοχής.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.




