Έτσι θα αποπληρωθεί το πρώτο μνημόνιο

Στον λιγότερο «επιθετικό» βηματισμό για την πρόωρη εξόφληση των δανείων του 1ου μνημονίου φαίνεται να καταλήγει η κυβέρνηση.
Ετήσιες πρόωρες αποπληρωμές της τάξεως των 5,3 δισ. ευρώ προωθεί το οικονομικό επιτελείο, ώστε τα λεγόμενα «διμερή» δάνεια να εξοφληθούν έως το τέλος του 2031, μια δεκαετία νωρίτερα απ’ ό,τι προβλέπει ο σημερινός προγραμματισμός.
Κατά τη χθεσινή του επίσκεψη στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, ο υπουργός Οικονομικών επανέλαβε την απόφαση να ξεκινήσει από φέτος η πρόωρη αποπληρωμή των λεγόμενων GLFs. Το συνολικό υπόλοιπο διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή στα 31,6 δισ. ευρώ, καθώς έχουν ήδη αποπληρωθεί 27,6 δισ. ευρώ. Η επόμενη δόση είναι προγραμματισμένο να καταβληθεί το 2029.
Ωστόσο, έχει αποφασιστεί εντός των επόμενων μηνών -πιθανότατα προς το τέλος του έτους, καθώς απαιτείται να ολοκληρωθούν κάποια «γραφειοκρατικά βήματα» σε συνεργασία με τις χώρες της Ευρωζώνης αλλά και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας- να αποπληρωθούν πρόωρα οι δόσεις του 2032 και του 2033.
Με τον ίδιο τρόπο, το 2026 θα αποπληρωθούν οι δόσεις του 2034 και του 2035, στη συνέχεια οι δόσεις του 2036 και του 2037 κ.ο.κ. Με ένα ποσό της τάξεως των 5,3 δισ. ευρώ, η Ελλάδα θα έχει αποπληρώσει το 2031 (10 χρόνια νωρίτερα από τον προγραμματισμένο χρόνο) και την τελευταία δόση των διμερών δανείων.
Στο τραπέζι υπήρχε πρόταση για πιο «επιθετική» διαδικασία αποπληρωμής με ετήσιες καταβολές της τάξεως των 8 δισ. ευρώ ετησίως, κάτι που θα σήμαινε «διαγραφή» του 1ου μνημονίου ακόμη και μέχρι το 2027-2028. Στην παρούσα φάση, και λόγω της διεθνούς αβεβαιότητας, κρίθηκε απαραίτητο να κινηθεί ο ΟΔΔΗΧ και η Ελλάδα πιο «συντηρητικά», ώστε να διατηρηθεί και ένα ικανοποιητικό απόθεμα ρευστότητας στα ταμεία του κράτους.
Οικονομοτεχνικοί λόγοι
Υπάρχουν ουσιαστικοί τεχνικοί και οικονομικοί λόγοι για τους οποίους προτάσσεται η αποπληρωμή των δόσεων που λήγουν από το 2032 και μετά:
1. Ξεφουσκώνουν από τώρα οι αυξημένες υποχρεώσεις χρεολυσίων του 2032. Αν το 2031 εκκρεμούν λήξεις 9,1 δισ. ευρώ, για το 2032 το ποσό εκτοξεύεται στα 17,26 δισ. ευρώ, κάτι που μπορεί να προκαλεί προβληματισμό στις αγορές σχετικά με την εκδοτική δραστηριότητα της συγκεκριμένης χρονιάς. Ήδη με τη φετινή πρόωρη αποπληρωμή το ποσό θα μειωθεί κατά 2,6 δισ. ευρώ, ενώ θα δρομολογηθούν και άλλες ενέργειες ώστε να αποτραπεί η «εκτόξευση» του χρηματοδοτικού προγράμματος του συγκεκριμένου έτους.
2. Για τα διμερή δάνεια του 1ου μνημονίου, ο ΟΔΔΗΧ έχει εκδώσει swaps, δηλαδή εργαλεία αντιστάθμισης κινδύνου, τα οποία εξασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξει επιβάρυνση από πιθανή αύξηση επιτοκίων. Αποπληρώνοντας τα δάνεια, τα swaps μένουν «γυμνά» και εξακολουθούν να «γεννούν» τόκους, κάτι που τελικώς μειώνει την ετήσια επιβάρυνση για τους τόκους εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους.
Ταμειακά διαθέσιμα
Αυτή τη στιγμή, στα κρατικά ταμεία υπάρχουν διαθέσιμα της τάξεως των 44 δισ. ευρώ, καθώς ουσιαστικά έχει ολοκληρωθεί και το φετινό χρηματοδοτικό πρόγραμμα, ενώ τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που εξακολουθούν να παράγονται και φέτος προσθέτουν ρευστότητα στους φορείς της γενικής κυβέρνησης. Ο στόχος είναι και μετά τις πρόωρες αποπληρωμές του 2025, το υπόλοιπο να παραμείνει υψηλότερο των 32-35 δισ. ευρώ ,καθώς το «μαξιλάρι» ρευστότητας αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων συγκρατούνται σε χαμηλά επίπεδα.
Με τις φετινές πρόωρες αποπληρωμές ο ΟΔΔΗΧ έχει θέσει διπλό στόχο: να μειώσει το χρέος και ως ποσοστό του ΑΕΠ και ως απόλυτο ποσό. Από τα 365 δισ. ευρώ, θα επιδιωχθεί το άθροισμα των οφειλών σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης να περιοριστεί στα 362 δισ. ευρώ. Όσον αφορά την αναλογία ως προς το ΑΕΠ, από το 153,6% το 2024, θα επιδιωχθεί να υποχωρήσει η αναλογία του χρέους στο 145,7%.
Οι εκτιμήσεις για βελτίωση της αναλογίας χρέους/ΑΕΠ
Τόσο ο ΟΔΔΗΧ όσο και οι διεθνείς οργανισμοί (ΔΝΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κ.λπ.) εκτιμούν ότι η πτωτική πορεία της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα συνεχιστεί με μέσο ρυθμό άνω των 6 ποσοστιαίων μονάδων σε ετήσια βάση, κάτι που θα εξαρτηθεί και από την πορεία της οικονομίας (δηλαδή τη μεταβολή του ΑΕΠ που καθορίζει το ύψος του παρονομαστή του κλάσματος), αλλά και από το ύψος του χρέους που μπαίνει στον αριθμητή.
Ο υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης εκτίμησε χθες ότι η Ελλάδα θα πάψει να είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ στην Ευρώπη μέχρι το 2029. Είναι μια εκτίμηση που εν πολλοίς στηρίζεται και στη συντηρητική πρόβλεψη του ΔΝΤ. Το Ταμείο υπολογίζει ότι μέχρι το τέλος της δεκαετίας η Ελλάδα θα ξεπεράσει στον συγκεκριμένο δείκτη όχι μόνο την Ιταλία (αυτό το ΔΝΤ το τοποθετεί χρονικά εντός του 2026), αλλά και τη Γαλλία και το Βέλγιο. Και αυτό διότι η μεν Ιταλία θα έχει αναλογία χρέους προς ΑΕΠ στο 137,7% μέχρι το 2030, ενώ η Γαλλία θα έχει αυξήσει τον δικό της δείκτη στο 128,4%, αφήνοντας την Ελλάδα στην 4η θέση πίσω και από το Βέλγιο που θα έχει χρέος 125,6% έναντι 125,1% της Ελλάδας. Με βάση τις σημερινές προβλέψεις, η Ελλάδα εκτιμάται ότι θα έχει χαμηλότερη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ και από το G7 (εκτιμάται ότι ο δείκτης του θα φτάσει στο 129,3%) και από τις ΗΠΑ (με χρέος 128,2% το 2030).
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.