Βόμβα μεγατόνων για Erdogan: Μυστικό έγγραφο αποκαλύπτει κρατική προπαγάνδα, μαφιόζικες διασυνδέσεις και εντολές για ψυχολογικό πόλεμο

O Erdogan διέταξε ψυχολογικές επιχειρήσεις για να αποπροσανατολίσει από σκάνδαλο και να παγιδεύσει την αντιπολίτευση
Διαρροή από τη Διεύθυνση Επικοινωνιών της Τουρκίας —συχνά αποκαλούμενη ως το προπαγανδιστικό όργανο του προέδρου Recep Tayyip Erdogan— αποκαλύπτει συντονισμένες ψυχολογικές επιχειρήσεις με στόχο τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης γύρω από πρόσφατα σκάνδαλα που αφορούν την κυβέρνηση και το στενό περιβάλλον του Erdogan, σύμφωνα με την ιστοσελίδα Nordic Monitor.
Το έγγραφο, το οποίο φέρεται να συνέταξε ο διευθυντής επικοινωνίας Fahrettin Altun, δίνει οδηγίες σε φιλοκυβερνητικούς βουλευτές, μέσα ενημέρωσης και σχολιαστές να παρουσιάσουν τις αποκαλύψεις ως συνωμοσίες ξένω και εκστρατείες λάσπης από την αντιπολίτευση.
Το εσωτερικό αυτό σημείωμα ήρθε στο φως όταν αναφέρθηκε από τον ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) Ozgur Ozel σε ομιλία του στις 30 Απριλίου και διέρρευσε αργότερα στον τουρκικό Τύπο.
Περιλαμβάνει θέσεις και στρατηγικά αφηγήματα για την αντιμετώπιση εκτεταμένων αναφορών σχετικά με διαφθορά, διασυνδέσεις με το οργανωμένο έγκλημα και κατάχρηση εξουσίας.
Μία από τις πιο εκρηκτικές αποκαλύψεις του σημειώματος αφορά την εντολή να παρουσιαστούν οι καταγγελίες για τον επιχειρηματία με δεσμούς με τη μαφία Khalil Faliali —ο οποίος δολοφονήθηκε στη βόρεια Κύπρο το 2022— ως εκστρατεία παραπληροφόρησης ξένων μυστικών υπηρεσιών και του κινήματος Gulen, το οποίο ασκεί σκληρή κριτική στον Erdogan.
Το σκάνδαλο, που συγκλονίζει την Άγκυρα τις τελευταίες εβδομάδες, περιλαμβάνει ισχυρισμούς ότι ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Suleyman Soylu και ο πρώην αντιπρόεδρος Fuat Oktay έλαβαν εκατομμύρια σε μίζες, καθώς και ότι υπάρχουν ενοχοποιητικές βιντεοταινίες που εμπλέκουν τον γιο του Erdogan, Burak, και τον Erkan Yildirim, γιο του πρώην πρωθυπουργού Binali Yildirim.
Οι αποκαλύψεις έγιναν αρχικά από τον Cemil Onal, λογιστή της οικογένειας Faliali από το 2014 έως το 2021, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία ευρείας επιχείρησης ξεπλύματος χρήματος από παράνομα κεφάλαια.
Το CHP έφερε στην επιφάνεια τους ισχυρισμούς στις 15 Απριλίου. Ο Ozel υποστήριξε πως ο Faliali και οι συνεργάτες του μετέφεραν μεγάλα ποσά για ξέπλυμα μέσω Κύπρου, Τουρκίας και Ηνωμένου Βασιλείου με τη βοήθεια Τούρκων κυβερνητικών αξιωματούχων.
Οι καταγγελίες του Onal υποδεικνύουν ότι ο Erdogan και μέλη της οικογένειάς του διευκόλυναν το ξέπλυμα παράνομων εσόδων από διακίνηση ναρκωτικών και παράνομο διαδικτυακό στοίχημα με έδρα την τουρκοκρατούμενη βόρεια Κύπρο.
Ο Onal ισχυρίστηκε επίσης ότι ο Faliali είχε συγκεντρώσει πολλές ερωτικές ταινίες με κυβερνητικούς αξιωματούχους και πολιτικούς, τις οποίες είχε καταγράψει στα ξενοδοχεία του στην Κύπρο.
Σύμφωνα με ολλανδικά ΜΜΕ την 1η Μαΐου, ο Cemil Onal δολοφονήθηκε μέσα στο μπαρ ξενοδοχείου όπου διέμενε στη Χάγη.
Η ολλανδική αστυνομία δεν έχει εκδώσει επίσημη ανακοίνωση, αλλά πηγές επιβεβαίωσαν την ταυτότητά του.
Ως απάντηση, ο Altun έδωσε εντολή στους συμμάχους της κυβέρνησης να παρουσιάσουν τις καταγγελίες ως μέρος «επιχείρησης ξένης κατασκοπείας» και να τις συνδέσουν με το κίνημα Gulen, το οποίο η κυβέρνηση Erdogan έχει χαρακτηρίσει τρομοκρατική οργάνωση.
«Μην κρατάτε το θέμα στην επικαιρότητα. Μην διστάζετε να διεξάγετε ψυχολογικές επιχειρήσεις.
Συνδέστε το με τα διεθνή μέσα ενημέρωσης», φέρεται να έγραψε ο Altun, σύμφωνα με στιγμιότυπα του σημειώματος που κυκλοφόρησαν στα ΜΜΕ.
Η διαρροή περιλαμβάνει επίσης θέσεις για άλλα εσωτερικά ζητήματα.
Μετά τον ισχυρό σεισμό που έπληξε την Κωνσταντινούπολη την περασμένη εβδομάδα, ο Altun πρότεινε να παρουσιαστεί η φυσική καταστροφή ως ευκαιρία για αστική ανανέωση, επαινώντας τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης και κατηγορώντας το CHP ότι αντιστέκεται σε έργα.
Αναφέρεται επίσης στη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Ekrem Imamoglu και δεκάδων δημοτικών στελεχών στις 19 Μαρτίου —μια ενέργεια που θεωρείται από πολλούς πολιτικά υποκινούμενη προσπάθεια εξουδετέρωσης του ισχυρότερου αντιπάλου του Ερντογάν ενόψει εκλογών. Δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κοινή γνώμη θεωρεί τις συλλήψεις πολιτικά υποκινούμενες.
Ο Altun ζητεί από τους συμμάχους να δώσουν έμφαση στην «παρανομία και διαφθορά» της διοίκησης Imamoglu και να μειώσουν τη σημασία της πολιτικής διάστασης των συλλήψεων.
«Μην αναπαράγετε τη γλώσσα της αντιπολίτευσης. Παρουσιάστε τους ως ανεύθυνους και υποκινητές έντασης», γράφει το σημείωμα.
Το έγγραφο καλεί επίσης να χαρακτηριστούν ως «τρομοκράτες» οι εργατικές οργανώσεις που σχεδίαζαν να τιμήσουν την Πρωτομαγιά στην πλατεία Ταξίμ, κάτι που έχει καταδικαστεί από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως αυταρχικό.
Αν και η πλατεία έχει ισχυρό συμβολισμό για το εργατικό κίνημα και είχε για λίγο απελευθερωθεί τη δεκαετία του 2010, η κυβέρνηση την έχει ξανακλείσει για πολιτικές συναθροίσεις μετά τις διαδηλώσεις του Γκεζί το 2013.
Η οδηγία καλεί σε ποινικοποίηση των ομάδων που επιμένουν να διαδηλώσουν στην Ταξίμ και ενθαρρύνει τα ΜΜΕ να τις συνδέσουν με βίαιες εξτρεμιστικές οργανώσεις — μια τακτική συχνά χρησιμοποιούμενη από τα τουρκικά φιλοκυβερνητικά μέσα.
Το σημείωμα περιλαμβάνει επίσης στρατηγικές για την παρουσίαση του τουρκικού δικαστικού συστήματος και του κουρδικού πολιτικού κινήματος.
Ενθαρρύνει τις κυβερνητικές φωνές να προβάλλουν την «ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης», εν μέσω αυξανόμενων καταγγελιών για πολιτικές παρεμβάσεις. Παράλληλα, παρέχει καθοδήγηση για την κάλυψη θεμάτων που αφορούν Κούρδους πολιτικούς και το εκτός νόμου Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK).
Δεν διαψεύδει
Ο Altun δεν έχει διαψεύσει την αυθεντικότητα του σημειώματος. Σε ανάρτησή του στο X, κατηγόρησε τον Ozel ότι «δεν αναγνωρίζει το κράτος» και υπονόησε ότι οι ενέργειές του είναι συμβατές με τα καθήκοντά του.
«Μαζί με όλους τους συναδέλφους μας θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για την αλήθεια. Δεν μπορείτε να μας εκφοβίσετε, δεν μπορείτε να μας φιμώσετε», έγραψε.
Οι αποκαλύψεις αυτές έρχονται εν μέσω αυξανόμενης κριτικής για τον ταχύτατα διευρυνόμενο προϋπολογισμό, προσωπικό και επιρροή της Διεύθυνσης Επικοινωνιών.
Ιδρύθηκε το 2018 με επίσημο στόχο την προβολή της διεθνούς εικόνας της Τουρκίας και την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης, αλλά έχει κατηγορηθεί ότι λειτουργεί ως υπουργείο προπαγάνδας.
Κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2025 στις 29 Νοεμβρίου 2024, ο αντιπρόεδρος Ceved Yilmaz υποστήριξε πως ο οργανισμός «ενισχύει την επικοινωνία μεταξύ κυβέρνησης και πολιτών» και «προβάλλει τη θέση της Τουρκίας παγκοσμίως».
Ωστόσο, βουλευτές της αντιπολίτευσης τον κατηγόρησαν ότι λειτουργεί ως μηχανισμός πολιτικής χειραγώγησης.
Από προϋπολογισμό 344 εκατ. τουρκικών λιρών (περίπου 9,9 εκατ. δολάρια) το 2019, ο προϋπολογισμός του οργανισμού εκτινάχθηκε σε 6,1 δισ. λίρες (περίπου 175 εκατ. δολάρια) για το 2025 —αύξηση σχεδόν 16 φορές.
Το προσωπικό του αυξήθηκε από 584 εργαζόμενους το 2018 σε πάνω από 1.600 στα τέλη του 2024.
Βουλευτές σημειώνουν ότι πλέον λαμβάνει περισσότερους πόρους από 157 άλλους δημόσιους φορείς, περιλαμβανομένων τομέων όπως η άμυνα, η επιστήμη και η εκπαίδευση.
Η διεύθυνση επωφελείται επίσης από τα αποθεματικά κονδύλια της κυβέρνησης, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στον επίσημο προϋπολογισμό της.
Ο ίδιος ο Altun έχει δεχτεί σφοδρή κριτική. Αποκαλούμενος συχνά «κομισάριος των ΜΜΕ» της Τουρκίας, λέγεται πως επιβλέπει το περιεχόμενο των φιλοκυβερνητικών μέσων, συντονίζει τη ρητορική στα τηλεοπτικά δίκτυα και εγκρίνει εκ των προτέρων ερωτήσεις προς τον Erdogan κατά τις δημόσιες εμφανίσεις του.
Σε φόρουμ για την εικόνα της χώρας το 2022, δήλωσε ότι «το ισχυρότερο brand της Τουρκίας είναι ο ίδιος ο Erdogan», ενισχύοντας τις κατηγορίες πως ο οργανισμός έχει ως βασική αποστολή τη διαχείριση εικόνας και όχι τη δημόσια υπηρεσία.
Οι δεσμοί του Altun με τον Erdogan είναι τόσο ιδεολογικοί όσο και οικονομικοί. Είναι μέλος του ΔΣ του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης και διαχειριστής του Πανεπιστημίου Μάνας στο Κιργιστάν.
Η σύζυγός του, Altun, ακαδημαϊκός στο Πανεπιστήμιο Μαρμαρά, είναι μέλος του ΔΣ της Turkish Airlines και πρώην επικεφαλής του ιδρύματος TURGEV, που θεωρείται πως ελέγχεται από την οικογένεια Erdogan.
Προσθέτοντας στη διαμάχη, η έδρα της Διεύθυνσης Επικοινωνιών στεγάζεται σε κτήριο που αρχικά είχε χτιστεί με δωρεές του επιχειρηματία Akin Ipek ως εστία για φοιτήτριες. Μετά την κατάσχεση της περιουσίας του από το κράτος, το κτήριο πέρασε πρώτα σε υπουργεία και τελικά στον οργανισμό.
Ο Ipek, που ζει πλέον εξόριστος, είχε αρνηθεί να ευθυγραμμίσει τα ΜΜΕ του με την κυβερνητική γραμμή και να καταβάλει μίζες στον Erdogan.
Στο μεταξύ, η 79χρονη μητέρα του Ipek συνελήφθη στις 9 Νοεμβρίου 2024, σε μια πράξη που οι επικριτές χαρακτηρίζουν ως συνέχιση της εκστρατείας πολιτικής εκδίκησης της κυβέρνησης.
www.bankingnews.gr
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.