Χαστούκι Moodys στις ΗΠΑ με υποβάθμιση κάτω από το «AAA»

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχασαν την τελευταία τους κορυφαία πιστοληπτική αξιολόγηση από τον οίκο Moody’s Ratings, γεγονός που αντανακλά την αυξανόμενη ανησυχία ότι το διογκούμενο χρέος και τα ελλείμματα θα υπονομεύσουν τη θέση της Αμερικής ως τον κορυφαίο προορισμό για παγκόσμιο κεφάλαιο και θα αυξήσουν το κόστος δανεισμού της κυβέρνησης.
Ο Moody’s υποβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση των ΗΠΑ σε Aa1 από Aaa την Παρασκευή, ευθυγραμμιζόμενος με τους οίκους Fitch Ratings και S&P Global Ratings, που ήδη αξιολογούν τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου κάτω από την ανώτατη βαθμίδα ΑΑΑ. Η υποβάθμιση κατά μία βαθμίδα ήρθε πάνω από έναν χρόνο αφότου η Moody’s είχε μεταβάλει την προοπτική της οικονομίας των ΗΠΑ σε «αρνητική». Πλέον, η προοπτική είναι σταθερή.
«Παρότι αναγνωρίζουμε τα σημαντικά οικονομικά και χρηματοοικονομικά πλεονεκτήματα των ΗΠΑ, θεωρούμε ότι πλέον δεν επαρκούν για να εξισορροπήσουν την επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών», ανέφερε η Moody’s σε ανακοίνωσή της.
Ο οίκος αποδίδει την επιδείνωση στις διαδοχικές κυβερνήσεις και στο Κογκρέσο, που επέτρεψαν τα αυξανόμενα δημοσιονομικά ελλείμματα, τα οποία —όπως τονίζει— δεν παρουσιάζουν σημάδια αποκλιμάκωσης. Την Παρασκευή, οι νομοθέτες στην Ουάσινγκτον συνέχισαν να εργάζονται πάνω σε ένα μεγάλο νομοσχέδιο για φόρους και δαπάνες, που αναμένεται να προσθέσει τρισεκατομμύρια δολάρια στο ομοσπονδιακό χρέος τα επόμενα χρόνια.
Η αντίδραση των μεγάλων χρηματοπιστωτικών αγορών ήταν άμεση: οι αποδόσεις των δεκαετών κρατικών ομολόγων εκτινάχθηκαν έως και 4,49%, ενώ το χρηματιστηριακό ETF που παρακολουθεί τον δείκτη S&P 500 σημείωσε πτώση 0,6% στις μετασυνεδριακές συναλλαγές.
«Η υποβάθμιση μπορεί να σημαίνει ότι οι επενδυτές θα απαιτήσουν υψηλότερες αποδόσεις για τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ», δήλωσε η Tracy Chen, διαχειρίστρια χαρτοφυλακίων στη Brandywine Global Investment Management, γράφει το Bloomberg. Ενώ στο παρελθόν τα περιουσιακά στοιχεία στις ΗΠΑ είχαν θετική αντίδραση σε υποβαθμίσεις από την Fitch και την S&P, «μένει να φανεί αν αυτή τη φορά η αγορά θα αντιδράσει διαφορετικά, καθώς η εικόνα του “ασφαλούς καταφυγίου” των ομολόγων και του δολαρίου ενδέχεται να μην είναι πλέον τόσο ξεκάθαρη».
Δημοσιονομική πίεση και αυξανόμενο χρέος
Η υποβάθμιση έρχεται σε μια περίοδο που το δημοσιονομικό έλλειμμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης αγγίζει σχεδόν τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, ή πάνω από το 6% του ΑΕΠ. Η ασθενέστερη οικονομική δραστηριότητα μετά τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο αναμένεται να αυξήσει περαιτέρω το έλλειμμα, καθώς οι δημόσιες δαπάνες τείνουν να ενισχύονται σε περιόδους επιβράδυνσης.
Το συνολικό χρέος των ΗΠΑ έχει ήδη ξεπεράσει το μέγεθος της οικονομίας, κυρίως λόγω υπερβολικού δανεισμού μετά την πανδημία του Covid-19. Επιπλέον, τα υψηλότερα επιτόκια των τελευταίων ετών έχουν αυξήσει σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
Τον Μάιο, ο υπουργός Οικονομικών Scott Bessent προειδοποίησε το Κογκρέσο ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε μη βιώσιμη τροχιά: «Τα νούμερα του χρέους είναι πράγματι τρομακτικά», ανέφερε. «Μια κρίση θα σήμαινε μια αιφνίδια παύση στην οικονομική δραστηριότητα, καθώς η πίστωση θα εξαφανιζόταν. Είμαι αποφασισμένος να αποτρέψω κάτι τέτοιο».
Οι νομοθέτες προσπαθούν να προωθήσουν ένα πακέτο φορολογικών μέτρων που περιλαμβάνει την παράταση προβλέψεων νόμου του 2017, παρά τις αμφιβολίες για τον περιορισμό των δαπανών. Η Κοινή Επιτροπή Φορολόγησης εκτίμησε ότι το πακέτο θα κοστίσει 3,8 τρισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη δεκαετία, αν και άλλοι ανεξάρτητοι αναλυτές εκτιμούν ότι το κόστος μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερο αν παραταθούν οι προσωρινές διατάξεις.
Ωστόσο, την Παρασκευή, μια βασική επιτροπή της Βουλής απέτυχε να προωθήσει το νομοσχέδιο των Ρεπουμπλικάνων, καθώς σκληροπυρηνικοί συντηρητικοί βουλευτές το μπλόκαραν, παρά τη στήριξη του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, λόγω ανησυχιών για το κόστος.
Αντιδράσεις και Ενστάσεις
Ο Joseph Lavorgna, πρώην μέλος του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου υπό τον Τραμπ, χαρακτήρισε την χρονική στιγμή της υποβάθμισης «περίεργη», δεδομένου ότι το Κογκρέσο επεξεργάζεται ένα μεγάλο νομοσχέδιο. Επίσης σημείωσε πως λόγος χρέους προς ΑΕΠ 100% δεν είναι ασυνήθιστος διεθνώς. Ο Lavorgna, σήμερα επικεφαλής οικονομολόγος ΗΠΑ στη SMBC Nikko Securities, δήλωσε:
«Οι ΗΠΑ είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη βιομηχανική χώρα και έχουν την υψηλότερη παραγωγικότητα ανά κάτοικο, επομένως η υποβάθμιση δεν έχει λογική».
Ανησυχητικές προβλέψεις
Η Υπηρεσία Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) προειδοποίησε τον Ιανουάριο ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε τροχιά να ξεπεράσουν τα ιστορικά επίπεδα χρέους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σε μόλις τέσσερα χρόνια, φτάνοντας στο 107% του ΑΕΠ έως το 2029.
Αυτή η εκτίμηση δεν περιλαμβάνει τις επιπτώσεις από μια ενδεχόμενη εκτεταμένη φορολογική μεταρρύθμιση των Ρεπουμπλικάνων, την οποία οι οικονομολόγοι θεωρούν ότι θα προσθέσει τρισεκατομμύρια στο έλλειμμα. Σε βάθος χρόνου, οι αυξημένες δαπάνες για Κοινωνική Ασφάλιση και Medicare, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, καθώς και τα υψηλότερα επιτόκια, αναμένεται να ενισχύσουν περαιτέρω το χρέος.
Η CBO δήλωσε τον Μάρτιο ότι ο κίνδυνος δημοσιονομικής κρίσης «φαίνεται να είναι χαμηλός», αλλά δεν είναι δυνατό να ποσοτικοποιηθεί με αξιοπιστία.
Ο Moody’s αναμένει ότι τα ομοσπονδιακά ελλείμματα θα διευρυνθούν, φτάνοντας σχεδόν στο 9% του ΑΕΠ έως το 2035, από 6,4% το 2024, κυρίως λόγω αυξημένων πληρωμών τόκων, ενισχυμένων κοινωνικών δαπανών και χαμηλών εσόδων.
Ο οίκος κατονόμασε τις υψηλές αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ως σημαντικό παράγοντα που επιβαρύνει τη δημοσιονομική βιωσιμότητα. Οι αποδόσεις μεταξύ 4% και 5% βρίσκονται κοντά στα προ της κρίσης του 2007 επίπεδα.
Η Πορεία προς την Υποβάθμιση
Η διαδικασία υποβάθμισης ξεκίνησε ουσιαστικά τον Νοέμβριο του 2023, όταν η Moody’s υποβάθμισε την προοπτική της αξιολόγησης των ΗΠΑ σε αρνητική, διατηρώντας όμως τότε την κορυφαία βαθμίδα Aaa. Συνήθως, τέτοιες αλλαγές στις προοπτικές ακολουθούνται από αλλαγή αξιολόγησης εντός 12 έως 18 μηνών.
Ο Moody’s ήταν ο τελευταίος από τους τρεις μεγάλους οίκους που εγκατέλειψε την κορυφαία αξιολόγηση για τις ΗΠΑ. Η Fitch υποβάθμισε τις ΗΠΑ τον Αύγουστο του 2023, επικαλούμενη πολιτικές διαμάχες για το όριο χρέους, οι οποίες έφεραν τη χώρα κοντά σε στάση πληρωμών.
Η S&P Global Ratings ήταν ο πρώτος οίκος που αφαίρεσε την ΑΑΑ αξιολόγηση το 2011, αντιμετωπίζοντας τότε έντονη κριτική από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.